PDA

View Full Version : μια ιστορία που έγραψα



johnpan
01/08/2005, 02:10
Είναι σα να λεμε επιστημονικής φαντασίας. Σας έχω εμπιστοσύνη για τα δικαιώματα...

__ ΖΙΛ __

Άκουσε έναν παράξενο ήχο. Γύρισε το κεφάλι αλλά δεν είδε τίποτα. Παρόλα αυτά μια νευρικότητα άρχισε να φουντώνει μέσα του. Πέταξε το τσιγάρο του στο κενό και ξεκίνησε για το αυτοκίνητό του, στην άλλη άκρη του ορόφου. Μέσα σε αυτό το άθλιο πολυώροφο γκαράζ έβρισκε καταφύγιο τα παλιότερα χρόνια. Ανέβαινε στο 20ό πάτωμα και τέλειωνε το λαθραίο πακέτο του. «Γκαράζ για μουσείο» είχε σκεφτεί την πρώτη φορά που το επισκέφθηκε. Με τσιμεντένια πατώματα και ράμπες από όροφο σε όροφο. Εγκαταλελειμμένο για πάνω από πενήντα χρόνια, σκόρπιζε τσιμεντένια σκόνη στην πόλη, κάθε φορά που φυσούσε. Είχε μείνει όρθιο καθαρά από τύχη, επειδή το κέντρο της πόλης είχε πια μετατοπιστεί, και κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να φτιάξει κάτι άλλο εκεί.

Ο Ζιλ περπατούσε βιαστικά για το αμάξι του. Ο ήχος είχε γίνει πια συνεχής, και είχε άλλη χροιά. Τώρα έμοιαζε με το ανατριχιαστικό ξύσιμο μετάλλου σε μέταλλο. Κάθε στιγμή μακριά από την ασφάλεια του αυτοκινήτου, ήταν όλο και πιο απειλητική. Ξαφνικά με την άκρη του ματιού του έπιασε ένα μεταλλικό όγκο. Την επόμενη στιγμή ήταν παγιδευμένος μεταξύ μιας κολώνας του γκαράζ και ενός μεταλλικού διχτύου –σαν συρματόπλεγμα-. Ο μεταλλικός όγκος ήταν τρία μέτρα μπροστά του. Μέσα στον τρόμο του παρατήρησε πως έμοιαζε με ένα μικρό υποβρύχιο που αιωρούταν. Φυσικά, είχε φτάσει μπροστά του με απίστευτη ταχύτητα και τον είχε παγιδεύσει πριν προλάβει να καταλάβει οτιδήποτε. Ανέπνεε με δυσκολία και ήταν στα πρόθυρα της λιποθυμίας, όχι από το σφίξιμο στην κολώνα, αλλά καθαρά και μόνο από τον πανικό του. Άκουγε μεταλλικούς ήχους, που χρειάστηκε να επαναληφθούν πολλές φορές για να συνειδητοποιήσει πως ήταν αλλοιωμένη ανθρώπινη φωνή.

- «Ποιοι είναι προδότες;» ρώτησε η φωνή που ερχόταν από το υποβρύχιο. «Ποιοι είναι προδότες;»
- «Δεν καταλαβαίνω…. Δε ξέρω, δε καταλαβαίνω τίποτα»
- «Έφυγες μαζί με τους προδότες. Ποιοι άλλοι είναι μαζί σου;»
Άρχισε να καταλαβαίνει για τι πράγμα μιλούσαν. Ήθελε να πιστέψει ότι επρόκειτο για λάθος, αλλά όχι, βεβαιώθηκε πως αυτόν γύρευαν, και ο φόβος του μεγάλωσε.
- «Με κρατούσαν, πριν λίγες μέρες έφυγα. Μόνος μου είμαι. Δε δήλωσα τίποτα» παραληρούσε φωνάζοντας. «Δε δήλωσα τίποτα» φώναζε καθώς το δίχτυ τον πίεζε ολοένα και περισσότερο στην τσιμεντένια κολώνα. Σχεδόν λιποθυμούσε όταν άκουσε να τον ρωτάνε για τον δολοφονημένο. Ξέπνοα, τους είπε ποιοι τον ξέρουν και μπορούν να εγγυηθούν για αυτόν, και περιέγραψε με δυο λέξεις το άλλοθί του, ενώ το δίχτυ σταμάτησε να τον πιέζει. Μπόρεσε να αναπνεύσει και σταμάτησε να φοβάται, με τη βεβαιότητα ότι κίνδυνος για τη ζωή του δεν υπήρχε πια. Πίσω από το υποβρύχιο εμφανίστηκε μια γυναικεία σιλουέτα. Δεν μπορούσε να καταλάβει αν βγήκε από κει μέσα, πάντως θα χωρούσε το πολύ ένα άτομο αυτό το πράγμα. Η σιλουέτα του φάνηκε γνωστή, αλλά δεν κατάλαβε ποια ήταν παρά μόνο όταν του μίλησε.
- «Ζιλ…»
- «Χάαν;! Τι… τι δουλειά έχεις εσύ εδώ; Τι είναι αυτό το πράγμα;»
- «Ηρέμησε. Θα μάθεις όσα χρειαστεί. Πήγαινέ με σπίτι μου και θα τα πούμε εκεί…»

Λίγο αργότερα, ο Ζιλ βουλιαγμένος στον καναπέ της Χάαν, είχε μπει στο νόημα: Μερικοί δολοφονημένοι, απλά δεν πρόλαβαν να αυτοκτονήσουν, αυτό ήταν το συμπέρασμα από αυτή την τρέλα. Η Χάαν του μίλησε για ονόματα από το αντίπαλο τάγμα, και αυτό έβαλε τα πράγματα στη θέση τους.
- «Να προσέχεις» του είπε καθώς σερβίριζε καφέ. «έχουμε μείνει ελάχιστοι πια. Και είμαστε λίγο πολύ οι γνωστοί άγνωστοι, πάντα οι πρώτοι ύποπτοι»
«Σκατά!» σκέφτηκε τσατισμένος καθώς τη θαύμαζε κρυφά ενώ του σερβίριζε. «Για να ξαναδείς πόσο όμορφη είναι η γυναίκα σου πρέπει να χωρίσεις!»
Εκείνη τη στιγμή το κουδούνι χτύπησε, κάνοντας το Ζιλ να χάσει την όποια ηρεμία του, και να χλομιάσει ακαριαία.
- «Να κρυφτώ» της είπε τρέμοντας, «να κρυφτώ γιατί ποτέ δεν ξέρεις»
- «Σίγουρα ποτέ δεν ξέρεις» του απάντησε συμφωνώντας. Ο τόνος στη φωνή της δεν έδειχνε συμπάθεια ή λύπηση για την κατάστασή του, αλλά περισσότερο ένα παράπονο ή μια πικρία. Λες και το ήξερε και η ίδια από πρώτο χέρι, ότι «ποτέ δεν ξέρεις». Κι όμως, ήταν μια φράση που η παλιά Χάαν θα την έβρισκε σίγουρα αφοριστική. «Πόσο άλλαξε τους ανθρώπους η υστερία των ταγμάτων» σκέφτηκε ο Ζιλ καθώς έτρεχε να κρυφτεί. Πήγε και χώθηκε κάτω από το άλλοτε συζυγικό τους κρεβάτι, και πρόλαβε να δει στα μάτια της Χάαν την τραγική ειρωνεία του πράγματος. Εκείνη γύρισε να φύγει για να ανοίξει. Σίγουρα θα ήταν εκείνοι οι σιχαμένοι από το τάγμα των Χαλκς. Αυτοί οι γελοίοι είχαν μεταμορφώσει σε τέτοιο βαθμό τη γυναίκα του. Αυτοί την έκαναν σαν τα μούτρα τους, εξαρτημένη στην εξουσία. Φυλακισμένη από το φόβο της προδοσίας. Και ύστερα διεφθαρμένη, έτοιμη να κάνει τα πάντα για να μη χάσει τη δύναμή της. Ήθελε μόνο να ζήσει την ελευθερία του μετά από όλα αυτά που είχε περάσει. Αλλά η άλλοτε γλυκιά του γυναίκα, ήξερε πού να τον βρει. «Κι όλα αυτά», είπε με απόγνωση, «γιατί για να κάνεις σήμερα ένα τσιγάρο, πρέπει να βρεις εγκαταλελειμμένο γκαράζ!». Ξαφνικά είδε πόσο άσκοπα ήταν όλα αυτά. Βγήκε από την κρυψώνα του και ψύχραιμος πήγε στο σαλόνι όπου ήταν και οι άλλοι. Είχαν ήδη τραβήξει τα όπλα τους. Άνοιξε τα χέρια και είπε: «Εμπρός!».

nimbus
01/08/2005, 20:57
ωραίο είναι φίλε μου:wave2:

johnpan
02/08/2005, 00:16
ευχαριστώ Νίμπους. Δυστυχώς μόνο μέχρι 2-3 σελίδες μπορώ να γράψω φίλε ματματ. Παραπάνω μου κάνει κοιλιές...

matmat
02/08/2005, 07:10
Αν μη τι άλλο εχει αγώνια
δράση και σασπενς ...
Θριλερ ...
Ωραίο λίγες γραμμές με ουσία.
Συνέχισέτο!!!!
:wave2: :beer: