View Full Version : Πολιτικός ρεαλισμός και η… «λέξη του Γκαμπρόν»!
Ένα ολόκληρο λόμπι, αρθρογράφων, πολιτικών και πανεπιστημιακών, προσπαθεί να πείσει την Ελληνική κοινή γνώμη ότι πρέπει να υποχωρήσει - ουσιαστικά άνευ όρων - στο ζήτημα της ονομασίας της FYROM.
Και για να το επιτύχουν επικαλούνται το επιχείρημα ότι έτσι κι αλλιώς είναι «χαμένη υπόθεση»: Δεν έχει νόημα να συνεχίζουμε κάτι που «έχει ήδη χαθεί». Ο «ρεαλισμός» επιτάσσει να υποχωρήσουμε...
Μια πρώτη παρατήρηση είναι ότι πρόκειται για πολύ παράξενο «ρεαλισμό», που οδηγεί πάντα στην πλήρη συνθηκολόγηση.
Όμως ο πολιτικός ρεαλισμός είναι κάτι τελείως διαφορετικό: Η προσεκτική ανάγνωση των συνθηκών και των συσχετισμών που επιτρέπουν να μεγιστοποιήσουμε το συμφέρον μας, να αξιοποιήσουμε την παραμικρή δυνατότητα για να αντιστρέψουμε τη φορά των πραγμάτων, να πιαστούμε από την παραμικρή αχτίδα ελπίδας για να χτίσουμε μια στρατηγική νίκης. Ακόμα κι αν τα πράγματα δεν πάνε καλά μέχρι σήμερα. Η μάλλον, ιδιαίτερα τότε…
Ρεαλισμός δεν είναι μόνο και δεν είναι κυρίως η περιγραφή της κατάστασης. Είναι πρωτίστως η κατανόηση της τάσης. Δεν είναι η διαπίστωση της στατικής εικόνας. Είναι η αναγνώριση της δυναμικής. Το μέλλον δεν είναι «γραμμική προβολή» του παρελθόντος. Κι όποιος εφησυχάζει στις επιτυχίες του μπορεί να πέφτει απελπιστικά έξω. Όπως ακριβώς κι όποιος αποκαρδιώνεται από τις αποτυχίες του…
Ο πολιτικός ρεαλισμός δεν εξηγεί γιατί «χάσαμε», αλλά διερευνά πως μπορούμε να νικήσουμε (ή τουλάχιστον να μη χάσουμε) στο μέλλον.
Στη Βατερλώ, ο κουρασμένος κι άρρωστος Ναπολέων είχε ήδη δραπετεύσει από το πεδίο της μάχης, αλλά ένα σημαντικό τμήμα των Γαλλικών δυνάμεων - η ηρωική Φρουρά των βετεράνων του - υπό τον γενναίο στρατηγό Πιέρ Γκαμπρόν, αντιστεκόταν αποφασιστικά κι επιχειρούσε απελπισμένες αντεπιθέσεις. Ο αντίπαλός των Γάλλων, Βρετανός στρατηγός Ουέλλιγκτων (σύμφωνα με άλλη εκδοχή ο Βρετανός στρατηγός Colville) κατάλαβε ότι ο Γκαμπρόν δεν γνώριζε πως είχε καταρρεύσει το γαλλικό μέτωπο. Του έστειλε λοιπόν κήρυκα με λευκή σημαία, τον συνταγματάρχη των δραγώνων Hugh Halkett, και του ανήγγειλε τα δυσάρεστα νέα:
-- Γενναίε στρατηγέ, είναι ανώφελο να συνεχίζετε. Παραδοθείτε!
Και ο Γκαμπρόν, τραυματισμένος ο ίδιος, κοίταξε γύρω του, διαπίστωσε ότι του έλεγαν την πικρή αλήθεια, έβγαλε το ξίφος του το πέταξε καταγής μπροστά τα πόδια του Βρετανού συνταγματάρχη και φώναξε με απελπισία (γαλλιστί):
-- Merde! (Skata - epi to ellinikotero)
Η δυσώδης «λέξη του Γκαμπρόν» (που έμεινε στην Ιστορία έκτοτε), δεν ήταν «υπέρτατη διαπίστωση ρεαλισμού». Ήταν αποδοχή των τετελεσμένων, ήταν έκφραση έσχατης απελπισίας τη στιγμή της παράδοσης.
Κι είναι αλήθεια, βέβαια, ότι αυτοί που ξέρουν να μάχονται (κι όχι μόνο πολεμικά) ξέρουν και να χάνουν. Αλλά το κακό είναι ότι όσοι επικαλούνται τα ανωτέρω επιχειρήματα στην Ελλάδα, δεν ξέρουν να μάχονται, δεν θέλουν να μάχονται, έχουν μόνιμη «επωδό ρεαλισμού» την υποχώρηση σε κάθε πίεση και τη συνθηκολόγηση σε κάθε «τετελεσμένο».
Στις γραμμές που ακολουθούν θα προσπαθήσουμε να δείξουμε ότι ο πολιτικός ρεαλισμός είναι κάτι τελείως διαφορετικό...
Μια χαμένη υπόθεση που…κερδίθηκε!
Πρώτον, δεν υπάρχουν «χαμένες υποθέσεις»: Ή, ακριβέστερα, δεν πρέπει να βιαζόμαστε να χαρακτηρίσουμε μια διαμάχη σαν «χαμένη υπόθεση», διότι σε ένα ανταγωνισμό πολλές φορές οι νίκες αποδεικνύονται «Πύρρειες» και η πλευρά που φαινομενικά χάνει, στο τέλος θριαμβεύει.
Από το 1955 ως το 1989, η Δυτική Γερμανία διέκοπτε τις διπλωματικές της σχέσεις με οποιαδήποτε χώρα αναγνώριζε την Ανατολική (Λαοκρατική) Γερμανία. Ήταν το περιβόητο «δόγμα Χολσταϊν». Ο Walter Hallstein, ο πρώτος υπουργός εξωτερικών της Ομοσπονδιακής (Δυτικής) Γερμανίας δεν ήταν «ακραίος εθνικιστής». Αντίθετα ήταν ένας παθιασμένος ευρωπαϊστής. Υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κομμισσιόν και προσπάθησε να καταργήσει την ομοφωνία μέσα στην τότε Κοινότητα, ωθώντας την σε τροχιά πολιτικής Ολοκλήρωσης. Εκείνη η προσπάθεια του Χόλσταϊν προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση του Ντε Γκώλ και πυροδότησε την κρίση της «άδειας πολυθρόνας» (1966), που ξεπεράστηκε με το συμβιβασμό του Λουξεμβούργου. Τότε ήταν ο Ντε Γκώλ που κατηγορήθηκε για «εθνικισμό». Ο Χόλσταϊν θεωρείται μέχρι σήμερα από τους πρώτους και πιο αποφασισμένους ευρωπαϊστές.
Κι όμως στη χώρα του επέβαλε την πιο σκληρή στάση έναντι της Ανατολικής Γερμανίας, επιμένοντας ότι ήταν καθεστώς «ξένης κατοχής» και ότι μόνο η Δυτική Γερμανία εκπροσωπούσε διεθνώς το σύνολο του Γερμανικού λαού.
Όμως από τα μέσα της δεκαετίας του ¶60 άρχισαν να πολλαπλασιάζονται οι διεθνείς αναγνωρίσεις των Ανατολικογερμανών (κυρίως από τις νέες χώρες του Τρίτου Κόσμου). Ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Δυτικής Γερμανίας (και μετέπειτα Καγκελάριος) Βίλλυ Μπράντ, εγκατέλειψε και επίσημα το δόγμα Χόλσταϊν. Λίγο αργότερα όλες οι χώρες του κόσμου είχαν αναγνωρίσει πλήρως της Ανατολική Γερμανία…
Αλλά η ίδια η Δυτική Γερμανία δεν την αναγνώρισε ποτέ. Είχε ανεπίσημες σχέσεις μαζί της, την χρηματοδοτούσε, αλλά δεν την αναγνώριζε. Πολλοί - ακόμα και στην ίδια τη Βόννη – μιλούσαν τότε για «χαμένη υπόθεση». Όμως οι Δυτικογερμανοί δεν έκαναν πίσω. Και τελικώς απορρόφησαν πλήρως την Ανατολική Γερμανία (όταν κατέρρευσαν τα τείχη του διπολισμού στην Ευρώπη). Η «χαμένη υπόθεση» ξαφνικά… κερδίθηκε από την κατάρρευση του ανατολικογερμανικού καθεστώτος, που στο μεταξύ είχε αναγνωριστεί διεθνώς απ¶ όλους, αλλά είχε διαλυθεί εσωτερικά.
Μια άλλη «χαμένη υπόθεση» που κερδίθηκε…
Για να δούμε ένα άλλο παράδειγμα: Στη δεκαετία του ¶70 η ΕΣΣΔ φαινόταν να κερδίζει έδαφος παντού: Οι ΗΠΑ υφίσταντο τη μεγαλύτερη στρατιωτική ήττα της Ιστορίας τους - στο Βιετνάμ - κι έχαναν ολόκληρη την Ινδοκίνα. Μια σειρά χώρες της Αφρικής περνούσαν στη σοβιετική επιρροή. Ακόμα και στη «γειτονιά» των ΗΠΑ, τη Νικαράγουα, εγκαθιδρύονταν φιλοσοβιετικό καθεστώς. Ο Τρίτος Κόσμος έγερνε όλο και περισσότερο προς την ΕΣΣΔ. Η Δυτική Ευρώπη μαστιζόταν από σοβαρή οικονομική και κοινωνική κρίση, ενώ οι ίδιες οι ΗΠΑ περνούσαν περίοδο εσωτερικής αμφισβήτησης, κοινωνικής αναταραχής και παρατεταμένης εσωστρέφειας. Η παγκόσμια ηγεμονία της Ουάσιγκτων φαινόταν «χαμένη υπόθεση». Κι όμως, μιάμιση δεκαετία αργότερα, οι ΗΠΑ αναδεικνύονταν ως η «μόνη υπερδύναμη»…
Τι είχε συμβεί; Απλούστατα, η Σοβιετική Ένωση σημείωνε μια σειρά από εξωτερικές επιτυχίες, αλλά δεν άντεξε τον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ. Κατέρρευσε εσωτερικά…
Τι κοινό έχει η περίπτωση του ανταγωνισμού Δυτικής-Ανατολικής Γερμανίας, με την περίπτωση του ανταγωνισμού ΗΠΑ-ΕΣΣΔ την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου;
-- Πρώτον, ότι και στις δύο περιπτώσεις αυτοί που τελικά κέρδισαν κατά κράτος, είχαν την εντύπωση, για μεγάλο διάστημα, ότι «έχαναν συνεχώς έδαφος».
-- Δεύτερον, ότι και στις δύο περιπτώσεις, κέρδισαν αυτοί που άντεξαν να…χάνουν έδαφος κι έχασαν αυτοί που έμοιαζαν να κερδίζουν σε διεθνή αναγνώριση και επιρροή!
-- Τρίτον, ότι σε αμφότερες τις περιπτώσεις, έχασαν τον ανταγωνισμό τα καθεστώτα που, παρά τις εξωτερικές επιτυχίες τους, διαλύθηκαν εσωτερικά.
Οι περιπτώσεις αυτές μας ενδιαφέρουν άμεσα διότι δύο αντίπαλοί της Ελλάδας σήμερα – η Τουρκία και τα Σκόπια – παρά τις φαινομενικές εξωτερικές «επιτυχίες» τους, περνούν βαθιά εσωτερική κρίση. Και ιδιαίτερα στην περίπτωση των Σκοπίων, η εσωτερική κρίση τους είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει ακόμα και σε διάλυσή της χώρας. Ή τουλάχιστον στη μετεξέλιξή της σε μια πολυεθνική Ομοσπονδία απαλλαγμένη από τον ψευτομακεδονικό αλυτρωτισμό της. Οπότε και η αλλαγή του «Μακεδονικού» ονόματός της θα είναι πολύ πιο εύκολη.
Ο πολιτικός ρεαλισμός, λοιπόν, μας διδάσκει ότι ανθεκτικές κοινωνίες μπορούν να κερδίζουν διαμάχες με λιγότερο ανθεκτικά καθεστώτα, ακόμα κι αν τα τελευταία δείχνουν να κερδίζουν έδαφος εξωτερικά. Κι ότι η ανθεκτικότητα ενός καθεστώτος είναι αποφασιστικός παράγοντας που μπορεί να κρίνει μια διαμάχη - πολύ πιο αποφασιστικός από τις όποιες «εξωτερικές επιτυχίες» του.
Αλλά αυτόν τον παράγοντα, δεν τον λαμβάνουμε καθόλου υπόψιν στη διαμάχη μας με τα Σκόπια. Κι είμαστε έτοιμοι να προχωρήσουμε σε μείζονα συνθηκολόγηση μαζί τους, ίσα-ίσα τη στιγμή που αντιμετωπίζουν την πιο δραματική κρίση εσωτερικής τους συνοχής. Είμαστε έτοιμοι να υποχωρήσουμε απέναντι σε ένα κράτος που διαλύεται!
Απόλυτη έλλειψη ρεαλισμού
Πράγματι, ο χρόνος σε ό,τι αφορά τη διεθνή αποδοχή της «συνταγματικής» ονομασίας των Σκοπίων τρέχει υπέρ τους. Αλλά σε ό,τι αφορά ένα πολύ σοβαρότερο ζήτημα - το ζήτημα της ύπαρξής τους - ο χρόνος τρέχει σε βάρος τους. Ήδη είναι ένα κράτος χωρισμένο στα δύο: η αλβανική τους μειονότητα έχει αναβαθμιστεί πλέον σε «συστατική εθνότητα».
Βεβαίως, ένα εθνικό κράτος μπορεί να έχει μία ή περισσότερες μειονότητες. Αλλά δεν μπορεί να έχει δύο «συστατικές εθνότητες». Όταν συμβαίνει αυτό παύει να είναι «εθνικό κράτος». Και μετά την συμφωνία της Οχρίδας (2001), που αναγνωρίζει δύο ισοδύναμες συστατικές εθνότητες, η FYROM έχει πάψει ουσιαστικά να είναι εθνικό κράτος («Μακεδόνων») κι έχει ανοίξει ο δρόμος για την μετατροπή του σε πολυεθνική ομοσπονδία.
Μόνο που η κυβέρνηση των Σκοπίων, αρνείται να εφαρμόσει τις δεσμεύσεις της από τη συμφωνία της Οχρίδας, και ήδη αντιμετωπίζει νέο γύρο ανταρσίας των Αλβανών. Οι οποίοι είτε θα αποσχιστούν από το FYROM, ακολουθώντας το παράδειγμα των ομοεθνών τους στο γειτονικό Κόσσοβο, που αποσχίζονται από τη Σερβία, είτε η FYROM θα αναγκαστεί να μετατραπεί σε Ομοσπονδία για να αποφύγει το διαμελισμό.
Μέχρι να ξεσπάσει αυτή η κρίση, η κυβέρνηση των Σκοπίων δεν μπορεί να κάνει την παραμικρή υποχώρηση στο όνομά της. Γιατί το όνομά της είναι η μόνη «συγκολλητική» ουσία του κράτους τους, και ουδείς διαπραγματεύεται το κατ¶ εξοχήν σύμβολο ενότητάς του την περίοδο που η ενότητά αυτή τίθεται σε μείζονα εσωτερική αμφισβήτηση.
Τη στιγμή που θα ξεσπάει η κρίση, η κυβέρνηση των Σκοπίων θα αναγκαστεί να διαπραγματευθεί τα πάντα, για να μην υποστεί τα χειρότερα (διάλυση).
Η πρόταση να διαπραγματευθούμε σύνθετη ονομασία σήμερα μαζί τους είναι εξόχως ΑΝΤΙρεαλιστική για τρεις λόγους:
-- Πρώτον, διότι υποθέτει ότι σήμερα μπορούμε να έλθουμε σε συμβιβασμό με τα Σκόπια, ενώ είναι αδύνατο να κάνουν οποιονδήποτε συμβιβασμό αυτή τη στιγμή.
-- Δεύτερον διότι θεωρεί ότι έχουμε ήδη «ηττηθεί» από ένα καθεστώς που, ομολογημένα πλέον, βρίσκεται στα πρόθυρα της διάλυσης
-- Και τρίτον, διότι επιλέγει να διαπραγματευθεί με ένα καθεστώς τη στιγμή που δεν μπορεί να υπάρξει η παραμικρή υποχώρησή εκ μέρους, ενώ λίγο αργότερα, με την φορά των εξελίξεων (και εν όψει απόσχισης του Κοσσόβου), είναι πιθανό να μπορέσουμε να του αποσπάσουμε πολύ περισσότερα.
Με άλλα λόγια η λογική της «χαμένης υπόθεσης» επιλέγει τη λάθος στιγμή (όταν λόγω αδυναμίας τους τα Σκόπια δεν μπορούν να κάνουν καμία υποχώρηση), να λύσει λάθος πρόβλημα (της ονομασία των Σκοπίων, ενώ κρίνεται ήδη ένα πολύ σοβαρότερο πρόβλημα: της ύπαρξής τους) με λάθος τρόπο (με «σύνθετη ονομασία», ενώ αύριο θα μπορεί να επιτύχει μαζί με την αλλαγή Συντάγματος και την πλήρη αλλαγή ονομασίας τους).
Όπως θα έλεγε και ο γενναίος στρατηγός Γκαμπρόν:
Merde!
Με τη μόνη διαφορά ότι τουλάχιστον ο Γκαμπρόν αγωνίστηκε μέχρις εσχάτων, και παραδόθηκε – βρίζοντας και ελεηνολογώντας - μόνο αφότου τραυματίστηκε ο ίδιος και αντιλήφθηκε ότι όλα πια είχαν χαθεί. Ενώ εμείς προσχωρήσαμε στη λογική της «χαμένης υπόθεσης» ενώ οι αντίπαλοί μας βρίσκονται στα πρόθυρα της κατάρρευσης.
Το πιθανότερο είναι βέβαια, να μη μας δώσουν τα Σκόπια την… ευκαιρία να τους παραδοθούμε. Το πιθανότερο είναι να κερδίσουμε την υπόθεση λόγω εσωτερικής κρίσης των Σκοπίων. Να κερδίσουμε όχι εξ αιτίας της πολιτικής μας, αλλά παρά την αλλοπρόσαλλη πολιτική μας.
Όμως, η λογική της «χαμένης υπόθεσης» συνοψίζεται τέλεια από τη διάσημη «λέξη του Γκαμπρόν»:
Merde και πάλι Merde…
atom_smasher
12/12/2007, 21:15
πηγη δεν εχεις να βαλεις?
τα επιχειρηματα του δεν με επεισαν.
Powered by vBulletin® Copyright © 2025 vBulletin Solutions, Inc. All rights reserved.