Ζέστη, πολλή ζέστη!
Όπως επερπάτουνα στην πόλη το έκαμε η τύχη και πέρασα μέσα από το μικρό πάρκο των Χανίων, το "Ειρήνης και Φιλίας των Λαών" για να κόψω δρόμο.
Αλλά εκεί ήταν τόσο ήρεμα και ήσυχα, παρόλο που είναι πάνω σε 2 πολύβουους δρόμους, που αποφάσισα να κάτσω για 2 λεπτά σε ένα παγκάκι να πω με τον εαυτό μου δυο κουβέντες. Με τη φράπα στη χέρα άραξα στο παγκάκι κάτω απ το δένδρο.
Στιγμές μετά, περνάει ένα κοπέλι από το δρομαλάκι παραδίπλα, ξανοίγει κατά το μέρος μου, κοντοστέκεται...Πάει να ξεκινήσει να φύγει, ξαναγυρνάει προς τα 'μενα, σα να έκανε μια κίνηση να έλθει κοντά μου, το μετανιώνει και συνεχίζει το δρόμο του...
Τα κάνει αυτά η ζέστη, σκέφτομαι.
Δεν περνάνε 2 λεπτά και ξανάρχεται.
Με πιο τοπλμηρό βήμα από πριν, τονε βλέπω να έρχεται προς το μέρος μου.
Φτάνει κοντά στο παγκάκι όπου κάθομαι. το προσπερνά και προχωράει παραδίπλα.
Παραδίπλα...
Παραδίπλα, στο παγκάκι, κάθεται μαζί με όλη του την πραμάτεια, όλο του το σπιτικό σε δυο σακούλες, ένας ηλικιωμένος άστεγος άνθρωπος.
Το κοπέλι τονε πλησιάζει, γονατίζει, του πιάνει τον ώμο, αρχίζει να του μιλάει.
Δεν ακούω τι λένε, μα στοιχηματίζω ότι θέλει να τον βοηθήσει. Πράγματι, ανοίγει το πορτοφόλι του, βγάζει κάποια χρήματα και του τα βάζει στο χέρι. Ο άστεγος κοιτάζει σαν χαμένος, δε λέει τίποτε...
Το κοπέλι σηκώνεται, χαιρετάει και αρχίζει να απομακρύνεται ερχόμενος προς το μέρος που κάθομαι.
Τότε ο άστεγος σηκώνεται, και του φωνάζει με το χέρι υψωμένο προς αυτόν: "Eεεε, γιατί; "
To κοπέλι γυρίζει και με χαμόγελο του απαντάει: "Γιατί όχι; "
Εικόνες της πόλης...
Όπως μπορεί ο καθένας, ό,τι μπορεί, όπου μπορεί...