Η γιαγιούλα η καημένη πλησίαζε τα 80 και για να έχει ήσυχο το κεφάλι της
κάλεσε μια μέρα ένα δικηγόρο στο σπίτι της για να του υπαγορεύσει τη διαθήκη
της.
>
> Ερχεται λοιπόν ένας νεαρός γύρω στα τριάντα και βγάζοντας ένα μπλοκ και
στυλό, κάθεται απέναντί της στο καναπέ του σαλονιού και αρχίζει να γράφει
ότι του έλεγε η γιαγιά.
>
> Ρίχνοντας μια ματιά στο τραπέζι μπροστά του βλέπει ένα μεγάλο μπωλ με
αμύγδαλα.
>
> - Μπορώ να πάρω κανένα; ρωτάει με ευγένεια την ηλικιωμένη γυναίκα.
>
> - Και το ρωτάς αγόρι μου; Οσα θέλεις να πάρεις, του απαντάει εκείνη
χαμογελαστά.
>
> Αρχίζει λοιπόν κι ο φίλος μας να τρώει τα αμυγδαλάκια το ένα μετά το άλλο.
> Πέρασε καμμιά ώρα με την υπαγόρευση και συνειδητοποίησε με έκπληξη ότι τα
είχε φάει τελικά όλα.
>
> - Χίλια συγγνώμη που σας τα έφαγα όλα τα αμύγδαλα, της είπε με απολογητικό
ύφος ο δικηγόρος.
>
> Ξέρετε είχα σκοπό να φάω μόνο ένα δύο, αλλά παρασύρθηκα.
>
> - Μη το σκέφτεσαι καθόλου αγόρι μου, του απάντησε γλυκά η γιαγιούλα.
> Αλλωστε από τότε που έβαλα μασέλα δεν μπορώ εγώ να τα φάω. Μόνο τη
σοκολάτα απέξω γλείφω και τα ξαναβάζω στο
μπωλ...........!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!