Προβολή αποτελεσμάτων 1 έως 3 από 3

Θέμα: Μια μικρή Φυγή

  1. #1
    moda banana Το avatar του/της monstermind
    Εγγραφή
    10/02/2004
    Μηνύματα
    346

    Μια μικρή Φυγή

    Κάθε ταξίδι δεν έχει έναν μόνο προορισμό. Έχει δύο. Αυτόν που θα πάς τώρα, και αυτόν που δεν θα πάς ποτέ. Μα σε όποιον προορισμό και να πάς, η απεραντοσύνη του κόσμου, θα σου δώσει μια απάντηση στο ερώτημα που σκλαβώνει τις νύχτες που θρέφουν την φυγή σου. Την ίδια στιγμή που θα συλλαμβάνει το σπόρο της επόμενης.

    Γιατί κάθε ταξίδι, μικρό ή μεγάλο ξεκινάει από μία επιθυμία. Την επιθυμία της φυγής. Την επιθυμία να απομακρυνθείς από έναν αόρατο φόβο, από ένα κρυφό άγχος που ετοιμάζεται να φουντώσει και να σε καταπιεί. Το ταξίδι έχει την ιδιότητα της καινής διαθήκης. Όποια σελίδα και να ανοίξεις, ότι και αν διαβάσεις, περιέχει μια απάντηση στο πρόβλημα σου. Έτσι και στο ταξίδι, όπου και να πας θα βρεις απαντήσεις. Μόνο που στο ταξίδι, όσο πιο μακριά πας, τόσο πιο μεγάλος ξέρεις ότι είναι ο φόβος σου.

    Το κακό είναι ότι οι απαντήσεις δεν είναι ποτέ αρκετές, γιατί οι ερωτήσεις δεν απαντώνται ποτέ αρκετά. Δεν σταματάμε ποτέ να μαθαίνουμε γιατί ο κόσμος είναι απλά πολύ μεγάλος για να σε αφήσει να τον καταλάβεις. Όσο πιο πολλά μαθαίνεις τόσο πιο πολλά ξέρεις ότι δεν έχεις μάθει.

    Σήκωσα το κεφάλι μου και ο κόσμος απλώθηκε σα σεντόνι μπροστά μου. Οι γραμμές και τα σχήματα άρχισαν να παίρνουν τις θέσεις τους, ζωγραφίζοντας στα μάτια μου το παραπέτασμα που αποκαλούμε «πραγματικότητα». Κόσμος πηγαινοερχόταν αδιάκοπα, μπροστά από τις προβλήτες με τα ακίνητα τρένα στο κεντρικό σταθμό του Βουκουρεστίου. Καθόμουν ήσυχα και διάβαζα ένα βιβλίο, σε ένα τραπεζάκι στο πιο οικείο ΜακΝτόναλτς, που είχα πρωτοπάει ποτέ.

    Το βιβλίο με είχε κερδίσει ολοκληρωτικά. Ήμουν μαζί με τον συγγραφέα, φυγάδες στην Ινδία. Η δράση με είχε συνεπάρει αλλά κάτι διέκοψε την προσοχή μου, που ενστικτωδώς οδηγήθηκε στον πινάκα του σταθμού. Παρατήρησα ότι το μέσο και ο προορισμός μου δεν είχαν φανεί ακόμα. Ήταν νωρίς. Καθησύχασα. Είχα ήδη χάσει μια πτήση σήμερα, θα ήταν υπερβολικό να χάσω και το τρένο. Γύρισα προς την αφορμή της ανησυχίας μου. Στα αριστερά μου, πίσω από τον διαχωριστικό ξύλινο φράχτη όπου ακουμπούσα το χέρι μου, μια γριά με κοιτούσε κρατώντας το δεξί της χέρι απλωμένο. Με κοίταζε χωρίς να κοιτάζει τίποτα, απλά περιμένοντας, με μάτια τόσο άδεια από ζωντάνια, που προς στιγμή νόμιζα ότι είναι νεκρή. Αργόσυρτα όμως, σκέψεις άρχισαν να κατακλύζουν το μυαλό της,.

    Την κοίταζα παγωμένα ανέκφραστος καθώς μου μιλούσε. Το αέναο βουητό του σταθμού έντυνε τους ξένους ήχους που έβγαζε το στόμα της. Δεν ξέρω αν είχε καταλάβει ότι ήμουν ξένος. Σε λίγο την κοίταζα στα μάτια, όπως με κοίταζε αυτή. Επίμονα και αναίτια. Είδα στα μάτια της έναν καλοντυμένο και χορτάτο νέο, χωρίς γραμμές στο μέτωπο, χωρίς ζάρες στα μάτια, που απολάμβανε κάθε στιγμή των στιγμών του, χωρίς βιασύνη. Είδα τον ίδιο άνθρωπο που έχασε τα όνειρα του πριν ποτέ τα βρει. Έναν άνθρωπο που τον σκλαβώνει η ελευθερία του. Που κορόιδευε τον εαυτό του και έφυγε ελεύθερος από την ελευθερία του. Την είδα να με βαπτίζει τυχερό που μπορούσα. Την είδα να ορίζει αυτήν σκλαβωμένη και εμένα ελεύθερο.

    Για μια στιγμή χαμογέλασα, αν και είμαι σίγουρος πως το πρόσωπο μου δεν κουνήθηκε. Δεν ήξερε άραγε πόσο πιο ελεύθερη ήταν από εμένα. Συνέχισε να με κοιτάζει για μερικά δευτερόλεπτα ακόμα, παίζοντας και αυτή όπως και εγώ με τα μάτια και το καθρέπτισμα της ψυχής. Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου, και πέρασα από μια πραγματικότητα σε μια άλλη λες και τις χώριζε ένα λεπτό σεντόνι. Τελικά της χαμογέλασα και της είπα στα ελληνικά ότι δεν έχω λεφτά. Το βλέμμα της νεκρώθηκε, έγειρε και άρχισε αργά να απομακρύνεται.

    Την παρακολουθούσα μέχρι που χάθηκε μέσα στο πλήθος. Έκλεισα το βιβλίο, και έστριψα ένα τσιγάρο. Κοίταξα το ρολόι. Τρεις ώρες ακόμα χρειάζονται να προστεθούν στις τρεις που πέρασα καθισμένος διαβάζοντας. Άφησα το βλέμμα μου ελεύθερο χαρίζοντας τα χαλινάρια στο υποσυνείδητο να διαλέξει προορισμούς. Γύρω μου μικρές προσωπικές ιστορίες πηγαινοερχόντουσαν. Βιαστικές, κουρασμένες, χαρούμενες ή λυπημένες, με αγωνία ή ευθυμία. Και όμως όλες τόσο όμοιες σαν να υπακούνε σε κάποια μυστηριώδη δύναμη. Οι ήχοι μπλέκονται και ενώνονται σε μια βουή, και όλα ξαφνικά είναι τόσο ήσυχα που θαρρείς πως κάτι θα ξεσπάσει από στιγμή σε στιγμή. Λίγο παραπέρα ένα ζευγάρι αγκαλιάστηκε με πάθος, και εκείνη του χάρισε ένα κάπως ντροπαλό φιλί. Περίεργο που όταν βλέπεις τον έρωτα σε ξένους συνειδητοποιείς πόσο πολύ σου έχει λείψει. Ακόμα πιο περίεργο όμως είναι αυτοί οι τερματικοί σταθμοί των τρένων. Σε όποιο τόπο και να πάς, οι τερματικοί σταθμοί είναι οι αυθεντικοί ναοί της μοναξιάς. Το μόνο μέρος όπου η μοναξιά δεν είναι βάρος αλλά φίλος.

    Ρούφηξα μια τζούρα από το τσιγάρο και βάλθηκα να πιάσω τις σκέψεις που χόρευαν στο υποσυνείδητο μου. Τι είχε πει η γριά? Ελεύθερος. Ήταν η λέξη κλειδί του ταξιδιού μου. Ήταν ο φόβος πίσω από την φυγή μου. Ήμουν σκλάβος μιας βαρετής καθημερινότητας. Οι αλυσίδες είναι οι ίδιες οι δικές μου, οι αποφάσεις ενός δειλού. Αυτό το ήξερα μα δεν με έκανε ποτέ να νιώθω λιγότερο σκλάβος τους.

    Ήμουν άραγε εγώ πιο ελεύθερος ή ήταν η γριά. Υπάρχουν στιγμές που θα έδινα τα πάντα για να μην έχω τίποτα. Δουλειά, λεφτά, αυτοκίνητα, οικογένεια, φίλους… όλα αυτά τα «έχω» που δίνουν λιγότερα από όσο δίνονται. Δυστυχώς η ελευθερία δεν είναι κάτι που μπορείς να δεις στο παραπέτασμα των ματιών. Η ελευθερία δεν υπάρχει εκεί έξω ελεύθερη. Πόσο οξύμωρο βέβαια ακούγεται, μα πόσο αλήθεια είναι. Ελεύθερος είναι αυτός που επιλέγει ελεύθερα τους τυράννους του.

    Με δική μου απόφαση, μπήκα στον κόσμο των μεγάλων, και παρότι δεν φόρεσα ποτέ γραβάτα, έβγαλα τα σκισμένα τζιν, κούρεψα τα μακριά μαλλιά, πέταξα τα αθλητικά και τα σκουλαρίκια, και στην θέση τους έβαλα έναν κομψό καλοκουρεμένο τύπο, που ακούει τζαζ, φοράει σακάκι, και πηγαίνει στην δουλειά του καθημερινά, για να κόβει επιταγές και να μιλάει με τραπεζίτες. Τη άκυρη μοίρα αυτή για μένα…

    Where are these silent faces
    I took them all
    They all went away
    Now you are all alone
    To turn out every light so deep in me
    Hold on, too late
    Will I ever see them back again
    Or did they all died by my hand
    Or were they all killed
    By the old evil ghost
    Who had taken the ocean
    Of all my dreams
    I knew the answers… but now they are gone for me

    Υπάρχουν λίγα πράγματα που αληθινά απολαμβάνω στην ζωή μου. Τα καλά βιβλία, τα καλά τραγούδια, και τις καλές ανατολές του ηλίου. Αυτές που σε ξυπνούν ερωτευμένο και σε προσκαλούν να τις απολαύσεις στο κρύο.

    Αποφάσισα να ακούσω λίγη μουσική. Έβγαλα το περίφημο gadget ηχείων με mp3 player, απόλυτα απαραίτητο αξεσουάρ στα ταξίδια μου και έβαλα ένα δίσκο του Montgomery. Πόση χαζή χαρά μου έδωσε το gadgetάκι. Όταν ταξιδεύεις με μοτοσυκλέτα για ένα μεγάλο ταξίδι, φορτωμένος με σύνεργα κατασκήνωσης, δεν μπορείς παρά να παίρνεις μαζί σου τα απολύτως απαραίτητα. Αυτό το gadgetάκι έβαλε την μουσική στα ταξίδια μου στην απαραίτητη ελάχιστη ποιότητα. Το κοίταγα με αγάπη και σεβασμό. Και ακόμα έτσι το κοιτώ. Όταν θα χαλάσει είμαι σίγουρος ότι θα στεναχωρηθώ λίγο, αν και μετά βέβαια θα πάω να πάρω κάποιο πιο καινούργιο και καλύτερο.

    Άκουγα την μουσική χωρίς να σκέφτομαι τίποτα συγκεκριμένο. Πάντα έτσι είναι με τον κύριο Montgomery. Απλά ακούς, και κουνάς το πόδι σου. Συχνά κλείνεις τα μάτια και αφήνεσαι εντελώς. Το ευχαριστιόμουν για κάμποση ώρα, όταν αναπάντεχα η μουσική από ζεστό κορμί έγινε μακρινό ρούχο. Ένοιωσα, για μια απειροελάχιστη στιγμή, σαν να γεννήθηκε η επιθυμία στις τρίχες του σβέρκου μου να χορέψουν. Τα φρύδια μου ελαφρά συνοφρυώθηκαν, και τα μάτια μου μπορέσανε να στρίψουν λίγα χιλιοστά το λαιμό μου, πριν το σταματήσω. Την ήξερα αυτή την αίσθηση. Πιστεύω όλοι την ξέρουμε και όλοι την αναγνωρίζουμε , γιατί σε όλους μας τα σημάδια της είναι ίδια.

    Γύρισα και χωρίς προσπάθεια ξεχώρισα ανάμεσα στο πλήθος έναν συνομήλικο μου τύπο. Δεν ήμουν όμως μόνο εγώ. Ήμασταν δύο, που ταυτόχρονα κοιταχτήκαμε χωρίς λόγο. Περπάταγε με μια παρέα περίπου 8 μέτρα πίσω μου, και για τα επόμενα δύο δευτερόλεπτα κοιταζόμασταν. Δύο δευτερόλεπτα που κράτησαν αιώνες που μέσα τους ζήσαμε και οι δύο την μαγεία του να ξέρεις χωρίς ποτέ να έχεις μάθει, μα τελείωσαν πιο γρήγορα από μια στιγμή, όταν σηκώσαμε τα χέρια μας και χαιρετηθήκαμε, και μετά χάθηκε μέσα στο πλήθος.

    Είναι οι στιγμές που προσπαθείς να καταλάβεις, να κρατήσεις, μα γλιστρούν σαν την άμμο μέσα από τα χέρια σου. Το έχω ξαναζήσει. Όχι πολλές φορές. Μα κάθε φορά είναι πιο δυνατό. Η μαγεία του με γέμισε και ξεχείλισε. Θυμήθηκα την τελευταία φορά. Εκείνο το βράδυ που ξαπλωμένος στο χώμα κατάλαβα ότι μου είχε σπάσει ο αριστερός καρπός. Μου είχε σπάσει ο αριστερός καρπός. Αυτή η φράση ακόμα με κάνει να χαμογελώ. Μόνο ο καρπός.

    I knew the answers… but now they are gone for me

    Και να ‘μαι τώρα, να γράφω αυτά που έπρεπε να ζω. Να ‘μαι τώρα, που όλη μου η καρδιά σκλαβώνεται από ένα λευκό χαρτί, ανήμπορη να μιλήσει, ακόμα και όταν όλο το σώμα τρέμει εκείνη σκύβει το κεφάλι και περιμένει κοιτώντας ψηλά, όπως κοιτάει το πιστό σκυλί τον ιδιοκτήτη του που σηκώνει την εφημερίδα.

    Και τότε έρχεται η φωνή: «Μάταιο! Μάταιο! Μάταιο!»

    Και ένα χέρι βίαια σου κλείνει τα σεντόνια. Ανοιγοκλείνεις τα μάτια και ξαφνικά το μόνο που σκέφτεσαι είναι ένα λευκό χαρτί. Και έχω ένα τετράδιο γεμάτο από δαύτα μαζί μου σήμερα.

    Η ώρα πέρασε. Το κρύο έχει γίνει τσουχτερό, και δεν έχω πάρει ρούχα μαζί μου. Είναι οχτώ παρά. Και τέταρτο το τρένο φεύγει. Πάω να βρω μια ωραία ήσυχη κλινάμαξα να συνεχίσω το βιβλίο μου. Με συντροφιά ένα τσιλάμ και λίγο ουίσκι, θα φύγω από την Ρουμανία και θα βρεθώ ερωτευμένος φυγάς στην Ινδία, μέχρι το πρωί.

  2. #2

  3. #3
    moda banana Το avatar του/της monstermind
    Εγγραφή
    10/02/2004
    Μηνύματα
    346
    δεν έχει συνέχεια... μετά εξελίσονται ξενέρωτα τα πράγματα.

    σε περίληψη... άραξα μέσα στην κλινάμαξα, έκανα το τσιλάμ μου, μπήκε ένας ρουμάνος σε άκυρη φάση μέσα, που αποδείχτηκε ότι ήταν μπάτσος, και μου την στήσανε καρτέρι στην επόμενη στάση, αλλά τους πήρα γραμμή και πήδηξα από το άλλο παράθυρο και έτρεχα μέσα στη νύχτα στα βουνά του Δράκουλα και αυτοί με κυνηγάγαν με σκυλιά, μέχρι που τους ξέφυγα μέσα σε κάτι κατακόμβες γεμάτες ανθρώπινα κρανία και εκεί μου την έπεσε μια αρκούδα που ορθώθηκε απειλητικά ανοίγοντας διάπλατα τα πόδια της....

    ....

Παρόμοια θέματα

  1. Σχετικα με το "Μονοπατι των Στιχων" μια μικρη παρακληση..
    από gcrook στο forum Αναζητήσεις, σκέψεις & προβληματισμοί
    Απαντήσεις: 7
    Τελευταίο μήνυμα: 01/03/2006, 22:45
  2. Μια μικρη βοηθεια στην μεταφραση
    από gcrook στο forum Τεχνικά θέματα: Tips & tricks
    Απαντήσεις: 16
    Τελευταίο μήνυμα: 29/08/2005, 17:10
  3. μια μικρή βοήθεια παρακαλώ!
    από sspiross στο forum Όλα τα μοντέλα χωρίς δική τους κατηγορία...
    Απαντήσεις: 19
    Τελευταίο μήνυμα: 24/06/2005, 13:41
  4. Μια Μικρη Διαπιστωση
    από nimbus στο forum Αναζητήσεις, σκέψεις & προβληματισμοί
    Απαντήσεις: 16
    Τελευταίο μήνυμα: 20/03/2004, 15:48
  5. Απαντήσεις: 12
    Τελευταίο μήνυμα: 10/12/2003, 15:51

Κανόνες δημοσιεύσεων

  • Δεν μπορείτε να ανοίξετε νέο θέμα
  • Δεν μπορείτε να απαντήσετε
  • Δεν μπορείτε να επισυνάψετε αρχεία
  • Δεν μπορείτε να επεξεργαστείτε τα μηνύματά σας
  •  
  • Ο κώδικας ΒΒ είναι ΟΝ
  • Τα smilies είναι ΟΝ
  • Ο κώδικας [IMG] είναι OFF
  • Ο κώδικας [VIDEO] είναι ΟΝ
  • Ο κώδικας HTML είναι OFF