Άφησα τη ψυχή μου σ' εκείνη τη ξεχασμένη κόχη να μοιρολογάει, για κείνα που πήγαν χαμένα και για τ' άλλα που θα χαθούν.
Ταξίδεψα στο κόσμο συλλέγοντας κόκαλα προϊστορικά, για να τα κλείσω σε κρυφό συρτάρι.
Μα ποιο το νόημα; αναρωτήθηκα Κόκαλα είναι από σάπια σώματα.
Κι ο ταχυδρόμος που γράμματα μοιράζει , με λέξεις γραμμένες μ' αίμα ,δε θα χτυπήσει ποτέ τη πόρτα μου. Ανείπωτα μαντάτα ποτέ του δε θα φέρει κι ας κρατά στα χέρια του τύχες κι ελπίδες , όνειρα και λύπες. Κάποτε-κάποτε τον αναθεματίζουν οι άνθρωποι για τα νέα κι άλλοτε με κεράσματα μοιράζονται τη χαρά τους. Γιατί η χαρά όταν μοιράζεται γίνεται διπλή κι η λύπη μισή.
Είναι κι εκείνος ο τσιγγάνος, που στους δρόμους γυρίζει με το ακορντεόν να μαζέψει
όνειρα κι ελπίδες , παίζοντας το σ' αγαπώ γιατί είσαι ωραία, κι η τσιγγάνα, τον ακολουθεί σκιά πιστή ,με τη πολύχρωμη κλαρωτή φούστα της.
Είδα και το ξυπόλητο παιδί με τα θλιμμένα μάτια, να πουλάει χαρτομάντιλα στο φανάρι.
Γιατί δεν είσαι σχολείο ; ρώτησα "Πάρε κυρία χαρτομάντιλα " είπε ικετευτικά.
Απόστρεψα το βλέμμα μου να μη βλέπω. Ενα ακόμα κόκαλο για τη τσάντα μου.
μα πόσα ακόμα έχει αυτός ο κόσμος;
Στάθηκα και χάζεψα το ηλιοβασίλεμα .Θα το ξαναδώ άραγε; Αλήθεια τι να κάνει η ψυχή μου ;
Φοβισμένη έβγαλα τη σκέψη αυτή απ' το μυαλό μου...
Είδα και το θάνατο να τριγυρνάει στις γειτονιές του κόσμου...
Τον κοίταξα κατάματα....
"Δεν είναι ακόμα η σειρά σου" μου 'πε
Γεμάτη απογοήτευση άναψα τσιγάρο και με συνεπήρε ο καπνός του.
Ζάλη... να μη σκέφτομαι
Αι στο διάολο Θάνατε , βαρέθηκα να περιμένω .
Έκλεισα τα μάτια και κλειδώθηκα στο πατάρι του παλιού σπιτιού με τα σάπια σανίδια , να μη βλέπω να μην ακούω να μην αισθάνομαι να μη νιώθω
έχω ακόμα τη τσάντα με τα κόκαλα .
Βρωμάνε τ' άτιμα , μα να τα ξεφορτωθώ ανίκανη είμαι..
Έσκυψα πάνω απ' τη ψυχή μου και την άκουσα να κλαίει γοερά.
Την άφησα εκεί , τη κλείδωσα ,τη ξέχασα κι έβαλα γύρω της φωτιά.
Μα γιατί δε καίγεται η καταραμένη;
Ένα χτύπος στη πόρτα , ένα επίμονο κουδούνισμα..
Ο ταχυδρόμος ήταν από το παρελθόν κι ένα γράμμα έφερνε ....
"Δε το θέλω" είπα . Μου το πέταξε στα μούτρα κι έφυγε.
Δεν ήθελα να το πάρω , στα χέρια μου δεν ήθελα να το κρατήσω , μα τ' αόρατο χέρι ,που όλα τα προβλέπει κι όλα τα νήματα κινεί μου το έδωσε και βρέθηκα άθελά μου το γράμμα εκείνο στα χέρια να κρατώ .
Θέλω τόσο να το σκίσω.. θυμάμαι να το σκίζω ξανά και ξανά κι αυτό πάντα να ξαναγίνεται. Θυμάμαι πάντα , αυτό να ξαναγίνεται.
Ψάχνω τρόπο να το καταστρέψω .Μάταια....
Κι η ψυχή μου ακόμα κυκλωμένη με φωτιά , υπάρχει, μένει αλώβητη!
Μα πότε θα ' ρθει η σειρά μου; Να μπω σε κείνο το καταραμένο υγρό χώμα και να σαπίσουν τα κόκαλα που μαζί μου σέρνω;
"Δεν ήρθε ακόμα η σειρά σου." μου 'πε
Η κάθε μέρα ακολουθεί την άλλη ,σαν από ταινία τρόμου, βγαλμένη ,από τη ζώνη του λυκόφωτος.
Ίδιες κινήσεις , ίδια λόγια, ίδιες πάντα σκέψεις ,ίδιες πάντα ερωτήσεις, ίδια πάντα όλα ..
Και μετά προσπάθησα μια βαθιά ανάσα να πάρω, μα δε βρήκα πουθενά καμιά!
Δε βρίσκω και το ταχυδρόμο το γράμμα πίσω να του δώσω.
Άφαντος ο άτιμος. Τι ήθελε και το 'φερε;
"Καταραμένος να σαι" φώναξα , μα πνίγηκε στο κλάμα η φωνή μου...
Ακόμα έχω τη τσάντα με τα κόκαλα και κάθε φορά που κοιτάω βλέπω μέσα και καινούρια.
Κι εσύ επαναλαμβάνεσαι...
"Ακούς τι λες; "
"Μα πως σου ήρθε τώρα αυτό;"
Ένα ακόμα τσιγάρο να σπάει την ηλιθιότητα της μέρας .
Κι άνοιξη με προσπέρασε , μας προσπέρασε και τα καλοκαίρια πια δε θα φανούν.
Μόνο το φθινόπωρο με τα κιτρινισμένα φύλλα και τη βροχή να πέφτει αδιάκοπα θα 'ρθουν.
Κι εσύ καταραμένο γράμμα τίποτα δε παθαίνεις! Πρέπει τρόπο να βρω για πάντα να σε καταστρέψω. Από πάνω μου δε μπορώ πια να σε βγάλω, έγινες ένα με το πετσί μου.
"Δεν ήρθε ακόμα η σειρά σου" μου φώναξε
Τότε ένας ακόμα άνθρωπος πέθανε. Κι είδα τη κηδεία του στο δρόμο, με συγγενείς πολλούς ν΄ ακολουθούν , μα ο θείος Αγησίλαος χαμογελούσε στη πρώτη σειρά ,σα να παρακολουθούσε θεατρική παράσταση , μακαρίζοντας το νεκρό που έφυγε κι άφησε το μάταιο τούτο κόσμο.
"Δεν ήρθε ακόμα η σειρά σου" μου φώναξε
Μα θα 'ρθει ψιθύρισα . Θα 'ρθει και θα γλιτώσω. Και το γράμμα θα πετάξω. Και τα κόκαλα θα ξεφορτωθώ. Και τη ψυχή μου στη φωτιά θα κάψω. Και το πρόσωπό σου σαν ήλιος θα λάμπει.
"Δεν ήρθε ακόμα η σειρά σου ..." μου φώναξε
Θα ' ρθει, θα ' ρθει.....