Κυριακή απόγευμα, μόλις άλλαξα λάδια στην μηχανή και αποφασίζω να γράψω τις εντυπώσεις μου από το 1ο μου ταξίδι με μοτοσυκλέτα.
Έχει περάσει μια βδομάδα από τότε που επέστρεψα αλλά αισθάνομαι ακόμα «μουδιασμένος». Η δουλειά, οι συνήθειες, το γεγονός ότι δεν θα πάω σε άλλο μέρος μόλις ξημερώσει και γενικά η καθημερινότητα με έχουν επηρεάσει περισσότερο από όσο νόμιζα.
Την βδομάδα αυτή έχω διηγηθεί το ταξίδι μου, ή μέρη του, αρκετές φορές και με αρκετούς διαφορετικούς τρόπους, αναλόγως το κοινό στο οποίο απευθύνομαι.
Είμαι προβληματισμένος για το πώς να γράψω. Να γίνω περιγραφικός; Να αποτυπώσω συναισθήματα; Να περιγράψω εμπειρίες; Ανοίγω ένα τετράδιο που είχα μαζί μου και έγραφα 2-3 πραγματάκια που και που. Παραθέτω το 1ο κομμάτι που έγραψα:
“Watching Bulgarians play is like watching pandas mate” *
Τα χωριά της νότιας Βουλγαρίας είναι αληθινά. Ίσως αυτό να μην είναι το κατάλληλο επίθετο για να τα περιγράψω αλλά είναι το μόνο που μπορώ να σκεφτώ τώρα. Το τώρα είναι 2:07 ώρα Ελλάδος, δεν ξέρω εάν υπάρχει διαφορά ώρας μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας και δεν με νοιάζει. Μετά από 9 ώρες στην σέλα του Versys το 2:07 είναι αργά. Η περασμένη ώρα και οι 7 μπύρες που καταναλώθηκαν από την στιγμή που έφτασα στο Veliko Tarnovo δυσκολεύουν πολύ την καταγραφή των σκέψεων αυτών.
Ας προσπαθήσω όμως να ανατρέξω σε ότι πέρασε από το μυαλό μου σήμερα. Η αναχώρηση έλαβε χώρα στις 9:30 από την Δράμα. Ο φίλος μου ο Γιώργος (nickname Ζάχος) με φιλοξένησε στο σπίτι του για 2 μέρες και ήταν μια καλή ευκαιρία να μάθω τα νέα του, να πεταχτώ μέχρι την Καβάλα να δω γνωστούς και φίλους από τα φοιτητικά μου χρόνια και να δω μερικές λεπτομέρειες για το ταξίδι. Το ταξίδι. 3 χρόνια τώρα γυρνάει στο μυαλό μου ένα τέτοιο ταξίδι. Ο προορισμός έχει αλλάξει ουκ ολίγες φορές αλλά η ιδέα είναι η ίδια, «ταξίδι στην Ευρώπη με μηχανή». Σήμερα λοιπόν, ξαπλωμένος στις μαξιλάρες ενός hostel στην Βουλγαρία και γράφοντας ότι μου έρθει στο κεφάλι θα έλεγα πως πήγε καλά.
1218 χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι μου. 500 περίπου διανύθηκαν σήμερα σε 9 ώρες. Ο κώλος μου πονάει, το κεφάλι μου γυρίζει. Παύση. Ο Vic, ο Simon και ο Marc επέστρεψαν. Δεν με προσέχουν, το σχολιάζω, γελάμε. Αναφερόμαστε στην Βουλγαρία (**) και λέμε πως θα τα πούμε το πρωί. Κάθονται στον υπολογιστή και προσπαθώ να αγνοήσω τις ομιλίες και να θυμηθώ τις σκέψεις μου. Εκνευρίζομαι. Όχι με αυτούς, με εμένα. Δεν μπορώ να θυμηθώ. Καθ’ όλη την διαδρομή από τα σύνορα μέχρι την Plovdiv αφηγούμουν τις σκέψεις μου στον εαυτό μου. Τώρα μπορώ να θυμηθώ μόνο τα μισά.
Μπορώ να θυμηθώ τον Γιόχαν και τον πατέρα του, τους τεχνίτες της πέτρας οι οποίοι ήταν η πρώτη μου γνωριμία στην Βουλγαρία. Λίγα χιλιόμετρα από τα σύνορα, βλέπω τον 1ο τεχνίτη, σκέφτομαι να σταματήσω μα δεν το κάνω. Βλέπω κι άλλους, συνεχίζω. Σκέφτομαι πως αυτό το ταξίδι έχει να κάνει με ανθρώπους και στην πρώτη ευκαιρία σταματάω. Εκεί ήταν ο Γιόχαν με τον πατέρα του. Ο Γιόχαν μιλούσε αγγλικά τέλεια, Τους παίρνω μερικές φωτογραφίες και με ρωτάνε που πηγαίνω. «Στην Βουλγαρία θα μείνω στο Veliko Tarnovo» λέω. «It’s far» λέει ο Γιόχαν. «Τελικά θα καταλήξω Amsterdam» συνεχίζω. «Nice trip» αποκρίνεται. Μιλάμε για λίγο για τις πέτρες, σφίγγουμε τα χέρια και συνεχίζω. «Ωραία», σκέφτομαι, «αν συνεχίσω έτσι δεν θα φτάσω ποτέ», και έτσι συνέχισα. Προσπαθώ να θυμηθώ τι άλλο σκεφτόμουν τις ατελείωτες αυτές ώρες επάνω στην μηχανή. Σκεφτόμουν πόσοι άραγε μοτοσικλετιστές να είναι διασκορπισμένοι στην Ευρώπη σκεπτόμενοι παρόμοια πράγματα. Δεν ξέρω γιατί, μα με απασχόλησε μόνο η Ευρώπη. Φαντάζομαι λόγω οικειότητας. Σκεφτόμουν εάν το τεράστιο χαμόγελο που φώτισε το πρόσωπο της πανέμορφης κοπέλας στο καφέ στην άκρη του δρόμου ενώ πέρναγα το προκάλεσα εγώ ή κάτι άλλο. Η αλήθεια λίγη σημασία έχει. Επιλέγω να πιστέψω πως ήμουν εγώ.
Υπήρχαν κι άλλες σκέψεις. Πολλές. Σκέψεις τις οποίες δεν θυμάμαι τώρα. Θυμάμαι όμως την σωματική υπόσταση του ταξιδιού. Ήταν εξουθενωτική. 500 χλμ σε 9 ώρες. Βγάλτε μέση ωριαία. 80% επαρχιακοί δρόμοι. Η άσφαλτος σκατά. Λακκούβες, μπαλώματα, αγελάδες, άλογα, άμαξες. Η διαδρομή υπέροχη. Όσο οδηγούσα τόσο εκνευριζόμουν γιατί συνειδητοποιούσα πως η διαδρομή θα διαρκέσει περισσότερο από όσο υπολόγιζα. Ήθελα να σταματήσω σε κάθε στροφή. Να πάρω φωτογραφίες. Να προσπαθήσω να χωρέσω την ομορφιά σε ένα κάδρο. Όσα μπορούσα τα προσπέρασα. Δεν μπορούσα να προσπεράσω τον πιτσιρικά ο οποίος ψάρευε σε 10 πόντους νερού από την κορφή ενός αποχετευτικού αγωγού. Δεν μπορούσα να προσπεράσω τις πανέμορφες λίμνες και τις τεράστιες εκτάσεις πράσινου. Σιγά σιγά το σκηνικό αλλάζει. Τα βουνά δίνουν την θέση τους σε μια ξερή πεδιάδα και η δροσιά σε μια ενοχλητική αίσθηση ζέστης.
Φτάνω στην Φιλιππούπολη. Εδώ σχεδίαζα να φάω κάτι και να συνεχίσω. Όμως είμαι πίσω στο πρόγραμμα, οπότε τράπεζα – βενζίνη και φύγαμε. Εθνική οδός. Γρήγορα αλλά βαρετά χιλιόμετρα. 180 km/h και ο προορισμός πλησιάζει. Η εθνική τελείωσε. Πίσω στους επαρχιακούς. Με κάθε στροφή, αρκετός χαμένος χρόνος. Τα χιλιόμετρα εάν και λίγα στον αριθμό, φαίνονται πολλά. Πολλά λόγω της κούρασης και των δρόμων. Δρόμοι υπό κατασκευή (χώμα) αλλά και ολοκαίνουργια κομμάτια στα οποία θα ζήλευε ένα supersport. Φτάνω επιτέλους στον προορισμό. Veliko Tarnovo. Η παλιά πρωτεύουσα της Βουλγαρίας. Πανέμορφη πόλη. Εκνευρίζομαι κι άλλο. Η ώρα είναι σχεδόν 6. Υπολόγιζα να είμαι εδώ κατά τις 2. Σκατά. Βρίσκω το hostel. Αφήνω τα πράγματα, πίνω μια μπύρα με τα παιδιά που μένουν εκεί και φεύγω για να πάρω καμιά φωτογραφία όσο ακόμα έχει φως. Όπως επιστρέφω στο hostel βρίσκω τα παιδιά τα οποία πάνε για φαγητό και τους ακολουθώ.
Η συζήτηση στο φαγητό κινήθηκε γύρω από πολλά θέματα, άλλα σοβαρά, άλλα χιουμοριστικά. Μετά το φαγητό βρεθήκαμε σε ένα περίεργο bar με νεαρούς σε ηλικία Βούλγαρους, περίεργη μουσική και φθηνή μπύρα. Εκεί παρατήρησα τον Άγγλο της παρέας να τσουγγρίζει την μπύρα του με τους Βούλγαρους λέγοντας «Γεια μας!». Κάτι το οποίο φυσικά έμαθε κατά το δείπνο. Αυτή η εικόνα ήταν ότι χρειαζόμουν για να επιστρέψω και να κοιμηθώ γαλήνια αναρωτώμενος τι διάολο θα συναντήσω αύριο
*,** Το σχόλιο αυτό το έκανε ο Marc όταν μπήκε στο hostel και με προέτρεψε να το σημειώσω όταν με είδε να γράφω. Το σημείωσα λοιπόν στο πάνω μέρος της σελίδας οπού και πήρε την μορφή του τίτλου.
Σημείωση : Μην δώσετε σημασία σε ότι φαίνεται ασυνάρτητο στο παραπάνω κείμενο. Όπως θα καταλάβατε δεν ήμουν και στην καλύτερη κατάσταση όταν το έγραφα και η μεταφορά ήταν αυτούσια.
Το παραπάνω ήταν η αποτύπωση των σκέψεων μου την πρώτη νύχτα του ταξιδιού εκτός Ελλάδος. Ήταν ένας μεγάλος πρόλογος. Δεν θα συνεχίσω έτσι το ταξιδιωτικό γιατί θα είναι πολύ μεγάλο και γιατί ο τρόπος γραφής άλλαξε στην πορεία και κάποια στιγμή σταμάτησε. Επέλεξα αυτό το κομμάτι γιατί δείχνει τα πρώιμα συναισθήματα που μου γέννησε το ταξίδι και είναι πιστεύω αντιπροσωπευτικά και εύκολα εντοπίσιμα.