Η πεζοπορία μας είχε ανοίξει την όρεξη και η ώρα ήταν περασμένη. Οι όποιες απόπειρες είχαμε κάνει σε μενού εστιατόριων κοντά στο κέντρο μας είχαν αποθαρρύνει με τις τιμές τους. Αποφασίσαμε να ξεμακρύνουμε λίγο από το κέντρο και να δοκιμάσουμε την τύχη μας προς τον πεζόδρομο της Vaci Utca. Όταν ακόμα σχεδιάζαμε το ταξίδι, την μελέτη για την πόλη της Βουδαπέστης την είχα αναλάβει εγώ. Που θα πάμε, τι θα φάμε, τι θα δούμε, που θα πιούμε. Ιδιαίτερα για το τελευταίο κομμάτι είχα βρει τους περισσότερους τουριστικούς οδηγούς να προειδοποιούν ότι τα περισσότερα μπαρς/κώλομπαρς στην Vaci Utca είναι places to avoid. Ιστορίες για τουρίστες που τους «ψάρεψαν» κοπέλες και τους τράβηξαν στα κακόφημα μαγαζιά τους συνοδεύονται με δόσεις βίας για να πληρώσουν τον υπέρογκο λογαριασμό. Βούλωσα τα αυτιά του προέδρου με βουλοκέρι, δέθηκα σφιχτά στο κατάρτι και φύγαμε για Vaci Utca. Η μόνη δικαιολογία που τους δίνω είναι ότι ήταν Κυριακή βράδυ. Κατά τα άλλα η ξενέρα η ίδια. Στο φαί μας έπιασαν το κ@λο και δεν συναντήσαμε, παρόλες τις φιλότιμες προσπάθειες μου, ούτε μια κορασίδα να εκμεταλλευτεί την τουριστική μου άγνοια. Η πιο ενδιαφέρουσα στιγμή της βραδιάς ήταν η συνάντηση μας με το ποδήλατο-ταξί ημιfiat 127:
![]()