Διάφορες μπίρες, κάτι δοκιμάζουμε, λίγο αστειεύουμε με τα ασιατικά και αφού πια το σούρουπο παραχώρησε την θέση στο σκοτάδι, βγαίνουμε έξω, να βρούμε κάτι να φάμε. Περιφερόμαστε αρκετή ώρα πρώτα, ψάχνοντας κάτι να μας αρέσει, γιατί είμαστε από το πρωί πρακτικά νηστικοί. Τελικά καταλήγουμε σε ένα δρόμο με δύο καλές επιλογές . Το ένα με εκλεκτά εδέσματα στην σάλα σε κοινή θέα, διάφορες σαλάτες, περιποιημένα και σίγουρα νόστιμες λιχουδιές. Κόσμος? Μισό μαγαζί Παρασκευή βράδυ. Ακριβώς απέναντι ένα μείγμα Tex-mex και αμερικάνικου steak house. Η πείνα και διαφορά ελβετικής προσέγγισης ως προς την τιμή ενάντια στο σίγουρο και μεστό κρέας με τιμές tex-mex/αμερικάνικες, δηλαδή κοντά μισές και γεμάτο ζωή το αμερικάνικο. Η επιλογή εύκολη, φτηνότερη, εύπεπτη, νεανικό προσωπικό [ο σερβιτόρος ράστα αλά reggae κάτω από τους ώμους και παντελόνι κάτωθεν του σημείου, που κανονικά τελειώνει το κοντό παντελονάκι και βασικά ντυμένος σε μποξεράκι], επιλογές από μπίρες. Έχουμε εμπειρία από ελβετικές τιμές εστιατορίων, που με εκατό ευρώ τα τέσσερα άτομα δεν συνήθως δεν χωράνε και φεύγουνε και νηστικά. Εμείς δεν θέλαμε να ξε-ελβετο-ξε-ξεφραγκιαστούμε από την πρώτη βραδιά, γιατί κάπως ψάχναμε μέρος κατάλληλο όχι μόνο να φας, αλλά και να κάτσεις λίγο μετά, για να μοιραστείς εντυπώσεις από την πρώτη ημέρα. Μια ανακεφαλαίωση. Να συζητήσουμε, που σε ένα παμπ κάνεις εύκολα με μία μπύρα δεν είσαι περίεργος. Σε εστιατόριο Ευρώπης όμως, όπου τα πιάτα εξαφανίζουν αμέσως μόλις τα αδειάζεις σημαίνει, ότι στο τέλος έμεινες με άδειο τραπέζι [χωρίς νέα ή τελειωμένα φαγητά, άντε με υπόλοιπο κρασί ή μπίρας και απλά δεν συνηθίζεται καθίσεις για το υπόλοιπο της βραδιάς, ακόμα και να είναι μισοάδειο το μαγαζί.
Άρα, ένα μεγάλο T-bone, Schnitzel, BBQ ribs και άλλες κλασικές ανδρικές λιχουδιές μετά από όλη την μέρα με κανένα μικρό junk ή snack το χρειαζόμασταν.