Μαζεύω τα τελευταία εργαλεία με το ένα χέρι, και με το άλλο σκουπίζω τον πάγκο απ τα λάδια. Κάποια στιγμή σηκώνω ένα γερμανικό και ετοιμάζομαι με το άλλο χέρι να περάσω πανί. Κάτω απ το γερμανικό βλέπω ένα συρματάκι. Πάγωσα…!!! Πραγματικά πάγωσα! Το συρματάκι είναι ασφάλεια από πύρο πιστονιού!!!
Ασφάλεια μια η ώρα το βράδυ, πάνω στον πάγκο! Βάζω γρήγορα το χέρι μου πάνω μην την δει κανένας. και προσπαθώ να σκεφτώ ψύχραιμα. (Όσο γίνετε τέτοια ώρα) Καταρχήν δεν είμαστε σίγουροι ότι είναι απ αυτό το μηχανάκι. Πόσες πιθανότητες είναι να μην είναι? Ελάχιστες, ως καμία. Και τι κάνω? Γυρνάω χαρωπός και τους λέω: Κοιτάτε τι βρήκα? Ο Στέλιος θα κατάπινε τον φακό που είχε συχνά στο στόμα. Άσε που μπορεί να μ έβαζε χέρι μετά. Άσε που αν έπρεπε να λυθεί και να δεθεί ξανά, θα μας έπαιρνε πρωί. Άσε που… Μια καλή λύση είναι να συνεχίσω το σκούπισμα και να μην την ξαναδεί ποτέ κανένας. Ναι αλλά… αν πάθουν κάτι τα παιδιά στο δρόμο? Μπα όχι. Η σκέψη αυτήν με ταρακούνησε κάπως. Κρύβω την ασφάλεια στο χέρι και περιμένω τον Στέλιο να με κοιτάξει. Σκέφτηκα πως το καλύτερο είναι να του το πω κρυφά και ας κάνει ότι θέλει. Κάποια στιγμή που δεν βλέπουν οι άλλοι, του κάνω νόημα. Με κοιτά παράξενα και κάπως αγριεμένος, αλλά δεν καρφώθηκε. Μάλλον το ύφος μου θα έδειχνε ότι κάτι δεν πάει καλά. Έρχεται δίπλα μου. Κανονίζω να μη βλέπουν το χέρι μου τα παιδιά και ανοίγω την παλάμη μου κοιτώντας αλλού. Τον νιώθω ότι είναι έτοιμος να καταρρεύσει. Δεν μιλούσε κανένας. Μου κάνει με το δάχτυλο, που το βρήκα? Του δείχνω τον πάγκο. Την σφίγγει στο χέρι του, κοιτάει μια το ταβάνι, γυρνάει και μπαίνει στο καμαράκι που είχε για γραφείο. Έκλεισε και την πόρτα και… παγωνιά! Παγωνιά που πέρασε και στα παιδιά φυσικά. Έρχεται ο ψιλός και μου λέει ψιθυριστά. «Τι έγινε ρε Γιωργάκη?» Από μένα πάλι, έφυγε ένα βάρος. Σηκώνω τους ώμους σε: «Δεν ξέρω»
Έφυγε ένα βάρος? Η απλός ένιψα τα χέρια μου και το μετέθεσα σε άλλον? Και αν βγει τώρα από μέσα και πει όλα οκ και τους αφήσει να φύγουν? Εγώ τι κάνω? Την πάπια? Ευτυχώς οι σκέψεις οι αγωνία και οι… τύψεις ίσως, που δεν το είπα φωναχτά, κράτησαν μερικά λεπτά μόνο. Σε λίγο βγήκε από μέσα και αποφασισμένος φώναξε τα παιδιά να τους βρει ξενοδοχείο. «
Πληρωμένο από μένα. Δεν φεύγετε σήμερα. Το μοτέρ θέλει άνοιγμα ξανά»
Το πως τέλειωσε η κουβέντα μικρή σημασία έχει.
Τέλος καλό, όλα καλά. Τέτοια ώρα και με τέτοια κούραση, η αποφάσεις μπορούν να είναι οποιεσδήποτε. Και οι συνέπειες επίσης.
Επειδή όλη έχουμε σχέση και περιπέτειες με συνεργεία.