Η ώρα πέρασε, και αφού αλληλουποσχεθήκαμε με τον Σ πως η επόμενη φορά δεν θα είναι όταν βγούμε στη σύνταξη, χωρίσαμε και επιστροφή στο Μέτσινγκεν. Η βραδιά ήταν γλυκιά και κάναμε μια "αναγκαστική" για καύσιμα δικά μας και του μοτοσακού: Βενζίνη και μπύρες, καθώς το επόμενο πρωί θα έπρεπε να την κοπανίσω...
Μπύρες και μπαλκόνι... αλλά για το γαμώτο της υπόθεσης ξαναπαραγγείλαμε πίτσες από τον γνωστό Ινδό... Τυρίλα ατελείωτη και κουβεντούλα μέχρι αργά μετά τα μεσάνυχτα. Στο ντουρουμάδικο από κάτω, το γλένταγαν κατά το κλείσιμο και ο ένας από τα παιδιά του καταστήματος είχε γίνει λιάρδα και έδινε σόου. Οι άλλοι είχαν πεθάνει στα γέλια και προσπαθούσαν να τον συμμαζέψουν, κι εμείς από το μπαλκόνι κάναμε χάζι και μπουρου μπούρου.... Σκέφτηκα πως καλό θα ήταν να μην το ξημερώσω, καθώς ήθελα να ξεκινήσω σχετικά νωρίς. Είχα πλάνο: να πάω μέχρι Würzburg https://en.wikipedia.org/wiki/W%C3%BCrzburg από επαρχιακούς δρόμους πριν ξεκινήσει η επίσημη επιστροφή. Ήταν ήδη αργά, χαιρέτησα λοιπόν και πήγα να ξαπλώσω, διαβάζοντας το βιβλίο μου στο τάμπλετ μέχρι να με πάρει ο ύπνος. Λίγα δευτερόλεπτα μετά, ξύπνησα όταν το τάμπλετ μου έφυγε από τα χέρια και μου έσκασε στο κούτελο. Νο πρόμπλεμ, το πέταξα απλά στην άκρη και ψόφησα μέχρι το πρωί...