Δεν "πουλάω" μούρη, αλλά επειδή και εμένα με παραξένεψε η χρήση της συγκεκριμένης λέξης, ανέτρεξα στον ΕΓΚΥΡΟ Τριανταφυλλίδη ο οποίος γράφει τα εξής:
αποφράζω [apofrázo] -ομαι & αποφράσσω [apofráso] -ομαι P αόρ. απέφραξα και (σπάν.) απόφραξα, απαρέμφ. αποφράξει, παθ. αόρ. αποφράχτηκα, απαρέμφ. αποφραχτεί : 1.φράζω κτ. εντελώς: Aποφραγμένοι αγωγοί / αποφραγμένα αγγεία, βουλωμένα. 2. ξεβουλώνω. [μσν. αποφράζω < αρχ. ἀποφράσσω μεταπλ. κατά το φράσσω > φράζω· λόγ. < αρχ. ἀποφράσσω
ΑΡΑ: μάλλον τα παληκάρια του υπουργείου είχαν δίκιο. Βέβαια περισσότερο διαδεδομένη είναι η χρήση της 2ης έννοιας, αλλά...