Das Griechische Volk»: Από τον Μάουρερ στον Ράιχενμπαχ
«Η χώρα είχε απομείνει ακυβέρνητη και είχε πέσει σε άθλια οικονομική κατάσταση. Δεν υπήρχαν εξάλλου ούτε σχολεία, ούτε δικαστήρια, ούτε στρατός που να πειθαρχεί σε κανέναν, ούτε ναυτικό. Ο λαός, μοιρασμένος σε κόμματα, τρεφόταν μονάχα με το μίσος για τον διπλανό του και ολόκληρη η χώρα βάδιζε γοργά προς την πλήρη αποσύνθεση. Ετσι, μόλις αποβιβαστήκαμε, κυκλοφορήσαμε μια προκήρυξη με την οποία ζητούσαμε να μας χαρίσει ο ελληνικός λαός πρώτα απ’ όλα την εμπιστοσύνη του […]
Κι εμείς έπρεπε να βάλουμε μια τάξη σ’ αυτό το χάος. Να συμφιλιώσουμε τους εχθρούς, να χωρίσουμε όσα στοιχεία ήσαν ασυμβίβαστα μεταξύ τους και να επιβληθούμε σ’ όλο αυτό τον κόσμο με πυγμή και δικαιοσύνη. Ακόμη, να πάρουμε έστω και σκληρά μέτρα, προκειμένου να πραγματοποιηθεί ο σκοπός μας. Να οργανώσουμε τα Οικονομικά του τόπου, τη Διοίκηση, τη Δικαιοσύνη, την Εκκλησία, την Εκπαίδευση, το Στρατό, το Ναυτικό, και να βάλουμε θεμέλια γερά πάνω στα οποία να στηριχθεί ο λαμπρός νεαρός Βασιλιάς για να σηκώσει, μόνος του πια, από την 1η Ιουνίου του 1835, το οικοδόμημα της νέας Ελλάδας.
Αυτό ήταν το βαρύ έργο της Αντιβασιλείας και ο προορισμός της. Κι έτσι το νιώθαμε κι εμείς οι τρεις, εγώ και οι δύο φίλοι μου, ο στρατηγός φον Εϋντεκ και ο μυστικοσύμβουλος φον Αμπελ. Ό,τι κι αν κάναμε, ή τουλάχιστον ό,τι κι αν προσπαθήσαμε να κάνουμε, στο σύντομο χρονικό διάστημα που μας δόθηκε, ήταν για το καλό της Ελλάδας. Φυσικά, δεν παραβλέψαμε ποτέ τις τοπικές συνήθειες γιατί μόνο πάνω σ’ αυτές μπορεί να στηριχθεί ένα μελλοντικό οικοδόμημα αλλά και ποτέ μας δεν θελήσαμε να φανταστούμε την Ελλάδα περιορισμένη στα σημερινά της όρια. Και για να την κάνουμε μια μέρα μεγάλη, ξέραμε ότι έπρεπε να στηριχθούμε στο Ελληνικό Εθνος, γιατί χωρίς αυτό, ήταν σα να χτίζαμε χωρίς θεμέλια[…]
Η Ελλάδα διαθέτει μεγάλες πλουτοπαραγωγικές πηγές, που αν γίνει η κατάλληλη εκμετάλλευσή τους θα μπορεί να εξασφαλίσει μια σημαντική οικονομική άνοδο. […] Για την εκμετάλλευση όμως όλου αυτού του πλούτου, τίποτα δεν έχει γίνει.[…]. Ολη γενικά η οργάνωση έμεινε ελαττωματική, έτσι που όχι μονάχα καμιά οικονομική πράξη δεν μπορεί να ελεγχθεί, αλλά ούτε και προϋπολογισμός να καταστρωθεί!»…
Όχι. Δεν είναι αποσπάσματα από μελλοντικά (φανταστικά) ημερολόγια του κ. Ράιχενμπαχ, ή όποιου άλλου «τεχνοκράτη» έρθει στην Αθήνα το επόμενο διάστημα με στόχο να «αλλάξει» τη διοίκηση της χώρας.
Είναι καταγραφές ενός «άλλου Ράιχενμπαχ», μιας άλλης εποχής και προέρχονται από ένα από το σημαντικότερα βιβλία που γράφτηκαν ποτέ για τη νέα Ελλάδα, το “Das Griechische Volk”, «Ο ελληνικός λαός», του αντιβασιλέα του Οθωνα Γκέοργκ Λούτβιχ Μάουρερ, Χαϊλδεβέργη, 1835, εκδ. Τολίδη, Αθήνα, 1976. Του νομικού που ανέλαβε να δημιουργήσει, επί της ουσίας, τις δομές του πρώτου ελληνικού κράτους μετά την τραγωδία της δολοφονίας του Ιωάννη Καποδίστρια.
Ο Μάουρερ, μετά τον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας, είναι ο άνθρωπος που έθεσε τα θεμέλια της διοίκησής της σε όλα τα επίπεδα. Επί της ουσίας, υπήρξε ένα είδος «κατασκευαστή» του ελληνικού κράτους.
Με βάση τις σκέψεις, τις διαπιστώσεις και τις πληροφορίες που συγκέντρωσε σε αυτό το βιβλίο αμέσως μετά την επιστροφή του στην πατρίδα του ήταν που χτίστηκε, περίπου από το μηδέν από τη γερμανική διοίκηση, το νέο ελληνικό κράτος, το οποίο, τώρα, όπως όλα δείχνουν, αναλαμβάνουν και πάλι να το «επισκευάσουν» Γερμανοί, «απόγονοί» του.
Αντικειμενικά: ο Μάουρερ και η αντιβασιλεία, προσέφεραν πολλά στη νέα Ελλάδα επιχειρώντας να στήσουν στα πόδια της μια ευρωπαικού τύπου οντότητα που μόλις είχε βγει από ένα εντελώς διαφορετικό οθωμανικό κόσμο.
Μέσα στα πλαίσια του πνεύματος του φιλελληνισμού της εποχής, ο στόχος αυτός ήταν υψηλός, προκαλούσε συγκίνηση, δέος και αίσθηση μεγάλης αποστολής σε εκείνους που τον είχαν αναλάβει -κάτι που ασφαλώς δεν συμβαίνει σήμερα-, όσο κι αν, ταυτόχρονα, εξίσου είχαν σκοπό να θεμελιώσουν τη βαυαρική εξουσία στην Ελλάδα μέχρι την ενηλικίωση του νεαρού βασιλιά Οθωνα.
Περίπου την ίδια εποχή που οι βαυαροί έστηναν τις βάσεις του νεαρού ελληνικού κράτους, τα μεγαλύτερα δημόσια κτήρια σε πλήθος ευρωπαικές πόλεις εμπνέονταν από τον κλασικισμό: το ίδιο το κέντρο του Μονάχου, ή της Βιέννης, όπου στην είσοδο του κοινοβουλίου ακόμα και σήμερα δεσπόζει το άγαλμα της Αθηνάς με τις πραγματικές μάλιστα διαστάσεις που θεωρείται ότι είχε μέσα στον ίδιο τον Παρθενώνα, είναι χαρακτηριστικά δείγματα.
Όμως, την ίδια στιγμή, ακριβώς επειδή στη μικρή Ελλάδα της εποχής οργάνωναν, ουσιαστικά, μια ξένη εξουσία και μάλιστα από το μηδέν, κόστισαν και πάρα πολλά και στη χώρα και στο λαό της: τελευταίο έργο τους ήταν η δίκη και καταδίκη του Κολοκοτρώνη…
Περίπου 180 χρόνια μετά, αν και σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες, η ιστορία, μετά την ανακοίνωση της γερμανικής αποστολής για την ανασύνταξη της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, κατά κάποιο τρόπο, επαναλαμβάνεται. Μένει να δούμε το πώς.
Αναμφίβολα, πάντως, στην πράξη, θα τεθούν έντονα εκ νέου τα θέματα των συσχετισμών ανάμεσα στην ξένη και την ελληνική εξουσία.
Άλλωστε, με τον πιο επίσημο τρόπο, γερμανικά και όχι μόνον χείλη, έχουν εκφράσει εδώ και πολύ καιρό τη θέση ότι η Ελλάδα έχει χάσει μέρος της εθνικής της κυριαρχίας.
Ο κ. Ράιχενμπαχ, όπως και όλα τα μέλη της επερχόμενης γερμανικής αποστολής, καθώς και όλα τα μέλη της ελληνικής κυβέρνησης, οφείλουν τώρα να διαβάσουν πολύ προσεκτικά το θεμελιώδες αυτό για την ιστορία του ελληνικού κράτους βιβλίο με τις καταγραφές του Μάουρερ.
Θα εκπλαγούν αφάνταστα από όσα θα ανακαλύψουν στις σελίδες του, αλλά, κυρίως, θα τους είναι ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο: όλα τα λάθη κι όλα τα σωστά, θα τα βρουν εκεί μέσα.
Αν τελικά πράγματι έρθουν οι Γερμανοί και ίσως και οι Γάλλοι σύμβουλοι και αναλάβουν το έργο το οποίο φέρεται να τους ζήτησε η ελληνική κυβέρνηση, από εκείνους πλέον εξαρτάται, όχι αποκλειστικά αλλά σε μεγάλο βαθμό, αν θα αποφύγουν τα λάθη και θα επικεντρωθούν στα σωστά…