Το Coventry το επιλέξαμε σαν ενδιάμεσο σταθμό λόγω θέσης και εξαιτίας μίας ηλίθιας ιδέας μου. Είχα δει κάπου ότι όταν στη Μάχη της Αγγλίας στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Γερμανοί το βομβάρδισαν, οι Άγγλοι λέγανε ότι έχασαν την ομορφότερη πόλη τους. Δεν ξέρω πως ήταν πριν τον πόλεμο, αλλά τώρα είναι μία αθλιότητα – από τα χειρότερα μέρη που έχω δει ποτέ μου και ας με συγχωρέσουν όσοι τυχόν έχουν σπουδάσει εκεί και αισθάνονται δεμένοι με το μέρος. Αναλυτικότερα, αφού τακτοποιηθήκαμε στο ξενοδοχείο κτλ, είπαμε να κατέβουμε μία βόλτα με τις μηχανές στο κέντρο της πόλης, καθώς το ξενοδοχείο ήταν λίγο έξω από αυτήν. Αφού στρίψαμε προς την πόλη ξεκινάει μία σειρά αλλεπάλληλων κυκλικών πλατειών (roundabouts) που υποτίθεται είναι για να κάνουν την κυκλοφορία γρηγορότερη, αλλά εμάς μας φάνηκαν τελείως αποπροσανατολιστικοί. Φανταστείτε να βγαίνεις από το ένα roundabout, να πέφτεις κυριολεκτικά αμέσως στο επόμενο και ξανά αμέσως το ίδιο. Να ακολουθείς τις ταμπέλες – όσο καλύτερα γίνονταν – “City Center” και μόνο κέντρο πόλης να μη βλέπεις γιατί μάλλον κάναμε κύκλους. Πρώτη φορά να μην μπορώ να βρω το κέντρο μίας πόλης. Όταν με τα πολλά κατορθώσαμε να μπούμε στο κέντρο – στρίβοντας παράνομα σε κάποιο σημείο – αισθάνθηκα ότι ήθελα να φύγω αμέσως εξαιτίας της ασχήμιας. Υπήρχαν κάποια παλιά κτήρια που προφανώς επιβίωσαν του βομβαρδισμού που είχαν πλαισιωθεί από ορθογώνιες γκρίζες κατασκευές που δεν μπορώ να το περιγράψω διαφορετικά από μία (ή ΤΗΝ) αισθητική ισοπέδωση. Μόνο στο Bodrum της Τουρκίας έχω ξανανιώσει έτσι, να μη θέλω να κάτσω στιγμή παραπάνω.
Αφού φάγαμε ο Δημήτρης πρότεινε φυσιολογικά να πάμε για καμιά μπύρα, αλλά εγώ είχα μουλαρώσει και δεν καθόμουν άλλο εκεί. Έτσι την κάναμε για ξενοδοχείο. Εννοείται ότι φωτογραφίες δεν παίζουν, γιατί ακόμα και να έπαιζαν θα τις είχα σβήσει.