Πολλοί άνθρωποι στη Δύση, στρέφονται βέβαια προς τη
θρησκευτική πίστη ως πηγή ευτυχίας. Αλλά η προσέγγιση του
Δαλάι Λάμα είναι εντελώς διαφορετική από πολλές δυτικές
θρησκείες κατά τούτο: δίνει περισσότερο βάρος στην
εκλογίκευση και την άσκηση του πνεύματος παρά στην πίστη.
Από ορισμένες πλευρές, η προσέγγιση του Δαλάι Λάμα μοιάζει
με μια επιστήμη του πνεύματος, ένα σύστημα το οποίο μπορεί
κάποιος να το θέσει σε εφαρμογή με τον ίδιο τρόπο που
αξιοποιούμε την ψυχοθεραπεία. Αλλά εκείνο που προτείνει ο
Δαλάι Λάμα στοχεύει μακρύτερα. Ενώ έχουμε συνηθίσει στην
ιδέα να χρησιμοποιούμε τις ψυχοθεραπευτικές τεχνικές, όπως τη
θεραπεία συμπεριφοράς, για να απαλλαγούμε από ορισμένες
κακές συνήθειες - το κάπνισμα, το ποτό, τις συναισθηματικές
εκρήξεις - δεν είμαστε συνηθισμένοι να καλλιεργούμε τα θετικά
χαρακτηριστικά - την αγάπη, τη συμπόνια, την υπομονή, τη
γενναιοδωρία - ως όπλα εναντίον όλων των αρνητικών
συναισθημάτων και νοητικών καταστάσεων. Η μέθοδος του
Δαλάι Λάμα για την επίτευξη της ευτυχίας βασίζεται στην
επαναστατική ιδέα ότι οι αρνητικές νοητικές καταστάσεις δεν
αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του πνεύματος μας. Είναι
παροδικά εμπόδια που παρακωλύουν την έκφραση της
υποκείμενης φυσικής κατάστασης της χαράς και της ευτυχίας.
Οι περισσότερες από τις παραδοσιακές σχολές της δυτικής
ψυχοθεραπείας τείνουν να εστιαστούν στην προσαρμογή της
νεύρωσης κάποιου, παρά σε μια γενική αναθεώρηση της
συνολικής θέασης του. Εξερευνούν την προσωπική ιστορία του
ατόμου, τις σχέσεις, τις καθημερινές του εμπειρίες
(συμπεριλαμβάνοντας όνειρα και φαντασιώσεις), ακόμη και
αυτή την ίδια τη σχέση του με τον θεραπευτή, σε μια
προσπάθεια να διαλύσουν τις εσωτερικές συγκρούσεις του
ασθενούς, τα υποσυνείδητα κίνητρα του και τις ψυχολογικές του
δυναμικές που μπορεί να συμβάλουν στα προβλήματα και τη
δυστυχία του. Ο στόχος είναι να πετύχουμε ορισμένες πιο υγιείς
στρατηγικές αντιμετώπισης, αναπροσαρμογής και βελτίωσης
των συμπτωμάτων, παρά να εκπαιδεύσουμε άμεσα το νου να
είναι ευτυχισμένος.
Το πιο διακεκριμένο χαρακτηριστικό της μεθόδου του Δαλάι
Λάμα στην εκπαίδευση του πνεύματος, έγκειται στην ιδέα ότι
θετικές καταστάσεις τον πνεύματος μπορούν να δρουν ως άμεσα αντίδοτα
στις αρνητικές καταστάσεις του πνεύματος. Αναζητώντας μεθόδους
παράλληλες προς αυτή την προσέγγιση στη σύγχρονη επιστήμη
της συμπεριφοράς, ίσως η γνωστική θεραπεία να την πλησιάζει
περισσότερο. Αυτή η μορφή ψυχοθεραπείας έχει γίνει πολύ
δημοφιλής τις τελευταίες δεκαετίες και έχει αποδειχτεί ότι είναι
πολύ αποτελεσματική στην αντιμετώπιση μιας πλατιάς
κατηγορίας κοινών προβλημάτων, και ιδιαίτερα σε διαταραχές
της διάθεσης όπως είναι η κατάθλιψη και η αγχώδης νεύρωση.
Η σύγχρονη γνωστική θεραπεία, που αναπτύχθηκε από
ψυχοθεραπευτές όπως ο δρ Άλμπερτ Έλλις και ο δρ Ααρών
Μπεκ, βασίζεται στην ιδέα ότι τα ενοχλητικά συναισθήματα μας
και οι απροσάρμοστες συμπεριφορές έχουν προκληθεί από
διαστρεβλώσεις στον τρόπο του σκέπτεσθαι και σε παράλογα
πιστεύω. Η θεραπεία επικεντρώνεται στη συστηματική
υποστήριξη του ασθενούς να εντοπίζει, να εξετάζει και να
διορθώνει αυτές τις διαστρεβλώσεις του σκέπτεσθαι. Οι
διορθωτικές σκέψεις, κατά μια έννοια, γίνονται κάτι σαν
αντίδοτο για τα διαστρεβλωμένα πρότυπα του νου, τα οποία
αποτελούν και την πηγή της δυστυχίας του ασθενούς.
Ένα άτομο, για παράδειγμα, απορρίπτεται από ένα άλλο και
αντιδρά με έντονα συναισθήματα τραύματος. Ο γνωστικός
θεραπευτής βοηθά πρώτα το άτομο να εντοπίσει το υπολανθάνον
παράλογο πιστεύω του: του προσφέρει το συλλογισμό "Πρέπει
να αγαπιέμαι και να γίνομαι αποδεκτός σχεδόν από όλα τα
σημαντικά πρόσωπα της ζωής μου και παντοτινά, γιατί
διαφορετικά η κατάσταση είναι τρομερή και είμαι ανάξιος".
Μετά ο θεραπευτής του παρουσιάζει μαρτυρίες και πειστήρια
που αποδεικνύουν ότι αυτή η αντίληψη είναι εξωπραγματική.
Παρόλο που μια τέτοια προσέγγιση ίσως να φαίνεται
επιφανειακή, πολλές μελέτες έχουν αποδείξει ότι η γνωστική
θεραπεία είναι αποτελεσματική. Για παράδειγμα, στην
κατάθλιψη, ο γνωστικός θεραπευτής υποστηρίζει ότι πρόκειται
για τις ίδιες τις αρνητικές σκέψεις ηττοπάθειας, που βρίσκονται
κάτω από την κατάθλιψη. Αυτό είναι πολύ όμοιο με τον τρόπο
που οι Βουδιστές θεωρούν όλα τα βασανιστικά συναισθήματα ως
διαταραχές, αφού οι γνωστικοί θεραπευτές αντιμετωπίζουν τις
αρνητικές σκέψεις που επιφέρουν κατάθλιψη ως "βασικά
διαταραγμένες". Στην κατάθλιψη, η σκέψη μας μπορεί να
διαστρεβλωθεί με το να θεωρεί τα συμβάντα με όρους όλα-ή-
τίποτα ή με μια υπεργενίκευση (π.χ., αν χάσεις μια δουλειά ή
μείνεις στην ίδια τάξη, αυτομάτως σκέπτεσαι: "Είμαι μια πλήρης
αποτυχία!"), ή με την επιλεκτική εστίαση σε ορισμένα μόνο
περιστατικά (π.χ., μέσα σε μια μέρα πιθανόν να συμβούν τρία
καλά πράγματα και δύο άσχημα και όμως το πρόσωπο με
κατάθλιψη αγνοεί το καλό και εστιάζεται μόνο στο κακό). Έτσι,
στη θεραπεία της κατάθλιψης, με τη βοήθεια του θεραπευτή ο
ασθενής ενθαρρύνεται να ελέγχει την αυτόματη ανάδυση
αρνητικών σκέψεων (π.χ.: "Είμαι εντελώς ανάξιος") και με
ενεργό τρόπο να διορθώνει αυτές τις διαταραγμένες σκέψεις με
τη συλλογή πληροφοριών και τεκμηρίων που τις αντικρούουν ή
τις ανασκευάζουν (π.χ.: "Δούλεψα σκληρά για να μεγαλώσω δύο
παιδιά", "Έχω ταλέντο στο τραγούδι", "Στάθηκα καλός φίλος",
"Έχω φέρει σε πέρας μια δύσκολη εργασία", κλπ.). Οι
ερευνητές έχουν αποδείξει ότι αντικαθιστώντας αυτούς τους
διαταραγμένους τρόπους σκέψης με ακριβείς πληροφορίες,
μπορεί κανείς να επιφέρει μια αλλαγή στα συναισθήματα του
και να βελτιώσει την ψυχική του διάθεση.
Απλά και μόνο το γεγονός ότι μπορούμε να αλλάξουμε τα
αισθήματα μας και να αντιδρούμε στις αρνητικές σκέψεις
εφαρμόζοντας εναλλακτικούς τρόπους αντίληψης, δίνει
αναμφισβήτητα κύρος στη θέση του Δαλάι Λάμα ότι μπορούμε
να υπερβούμε τις αρνητικές νοητικές μας καταστάσεις μέσα από
την εφαρμογή "αντίδοτων", ή αντίστοιχων θετικών νοητικών
καταστάσεων. Και όταν αυτό το γεγονός συνδυάζεται με
πρόσφατα επιστημονικά πειστήρια ότι μπορούμε να αλλάξουμε
τη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου με την καλλιέργεια
νέων σκέψεων, τότε η ιδέα ότι μπορούμε να προσεγγίσουμε την
ευτυχία μέσα από την εκπαίδευση του νου φαίνεται να είναι μια
πολύ ρεαλιστική δυνατότητα.