Περασμένες 12.00 τα μεσάνυχτα ήμασταν στην Ρήγα…
Είναι μία από εκείνες τις στιγμές που ξέρεις ότι θα την θυμάσαι για πάντα. Είναι περασμένα μεσάνυχτα, ψάχνεις το διαφορετικό. Τα 700km που έχεις κάνει μέχρι εκείνη την στιγμή, δεν σου αρκούν. Θέλεις κι άλλο. Θες να παζαρέψεις με την τύχη σου και την ανοχή των Θεών. Νιώθεις την κούραση, νιώθεις τα άλατα από τον ιδρώτα να δυσκολεύουν τις κινήσεις σου και την υφή των ρούχων σου να γίνεται πιο τραχιά.
Τι όμορφα να νιώθεις βρώμικος δίχως τύψεις.
Μπαίνεις σε μία καινούρια πόλη. Σε μία χώρα που μπήκες πριν λίγες ώρες. Αύριο θα την έχεις αφήσει πίσω σου και θα φαντάζει πολύ μακρινή. Οδηγάς μέσα στην πόλη χωρίς προορισμό. Απλά προσπαθείς να πάρεις μία ιδέα. Να την αφουγκραστείς, πως κινείται και πως λειτουργεί σαν σύστημα.
Κατηφορίζοντας από την γέφυρα μιας ανισόπεδης διάβασης, ξαφνικά βλέπεις στο βάθος ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα. Φωταγωγημένο σε περιμένει.
Χωρίς δεύτερη σκέψη ξεκινάς το κυνήγι. Ακολουθείς το φως. Όπως κάνεις σε όλο αυτό το ταξίδι. Οδηγάς προς τα κάπου. Δεν έχεις σκοπό ή προορισμό. Δεν σε περιμένει κάποιος. Απλά το είδες και πας προς τα κει. Οι δρόμοι που θα ακολουθήσεις είναι αυτοί που θα σου προσφέρουν απλόχερα εμπειρίες, περιπέτειες, αναμνήσεις…
Βγαίνουμε από τους φωταγωγημένους και κεντρικούς δρόμους της Ρήγα, και ξαφνικά όλα φαντάζουν πιο κρύα και πιο σκοτεινά.Ο δρόμος από άσφαλτο γίνεται χωματόδρομος ενώ οι λακκούβες είναι γεμάτες νερό από την απογευματινή μπόρα.
Έχουμε πλησιάσει αρκετά. Διακρίνω και αναγνωρίζω όλες τις κεραίες στο κατώτερο επίπεδο του πύργου λόγω δουλειάς. Αυτή η λακόυβα φαίνεται πιο βαθιά.. Χμ… Είναι ποτάμι; Δεν είναι λακκούβα…;
Στήνω το τρίποδο χωρίς δεύτερη σκέψη ενώ ήδη μασουλάω τα τελευταία αμύγδαλα που είχαμε μαζί μας…
![]()
Ήταν το κρύο που μας έδιωξε από εκείνη την όμορφη στιγμή. Κοιμηθήκαμε πάλι σε ξενοδοχείο αρχίζοντας πλέον να με ενοχλεί το γεγονός και βάζοντας στόχο την επόμενη μέρα να στήσουμε την σκηνή, έστω και μέσα σε στάβλο…
700 χιλιόμετρα και πάνω από 15 ώρες στους δρόμους, μιας και εκείνη την ημέρα κλείσαμε το τζιπιες στις 1.22 την νύχτα, στο υπόγειο γκαράζ του ξενοδοχείου.
Η Ρήγα περίεργο πως, δεν μας ενθουσίασε. Καθόλου. Φύγαμε από το κέντρο την επόμενη το πρωί με συνοπτικές διαδικασίες.
Το ταξίδι όπως το είχα στο μυαλό μου ξεκινούσε. Ατέλειωτα δάση, δέντρα και φύση άγνωστη προς το μάτι μου, ξανθομαλλούσες Ευρωπαϊκές χωριατοπούλες να κουβαλάνε γάλα και άλλα αγαθά σε χωματόδρομους στην μέση του πουθενά. Δεν ξέρω γιατί αλλά τέτοια είχα στο μυαλό μου για την εκεί περιοχή. Και δεν έπεσα έξω.
Χαλαρώνοντας τον ρυθμό, γυρνώντας το σε πιο τουριστικό και περιηγητικό, μπήκαμε στα πιο επαρχιακά μονοπάτια. Για τις εκεί περιοχές από όσο κατάλαβα ο επαρχιακός δρόμος εύκολα αντιστοιχίζεται και στον χωματόδρομο, όπου οι ταχύτητες δεν πέφτουν νόου μάτερ γοτ… Δεν μπορούσα να το πιστέψω όταν με προσπέρασε η πιτσιρίκα με το A-Class με καμιά 80 αριά χιλιόμετρα στον γαρμπιλένιο, πανέμορφο κατά τα άλλα δρόμο… στις στροφές έβλεπες το αυτοκίνητο να υποστρέφει και αυτή απλά να το διορθώνει και να συνεχίζει ατάραχη… Δεν ήταν η μόνη. Όλοι έτσι πήγαιναν…
![]()
Κατά τις 5 το απόγευμα είχαμε φτάσει στο Ταρτού.
http://en.wikipedia.org/wiki/Tartu
![]()
Έχοντας στο μυαλό την ιδέα του χαλαρώματος και του πιο τουριστικού χαρακτήρα εκείνη την ημέρα, προχωρήσαμε προς την λίμνη Peipsi.
![]()