Θα γράψω κι εγώ τη δική μου ιστορία. Είναι κάτι που ήθελα να το κάνω καιρό.
Η ιστορία αφορά τον συγχωρεμένο τον παππού μου, ένα DKW του 1970 που του ανήκε και τα δικά μου τα βιώματα από παιδί ως την εφηβεία.
Ο παππούς λοιπόν, χρυσός άνθρωπος. Πρώην καφετζής στο επάγγελμα και μάλιστα σε νησί. Από τους πολύ παλιούς. Ιστορίες; Αμέτρητες. Ταυτόχρονα και βαρελάς στο επάγγελμα από χόμπυ που το κάναμε επάγγελμα μιας και είχαμε τα κλήματα.
Επί χρόνια ολόκληρα, έφτιαχνε τα βαρέλια στην αυλή του σπιτιού στο νησί, με εμένα ως «βοηθό» του που του έδινε τα εργαλεία. Πιτσιρίκι εγώ ήμουνα δεν ήμουνα 6-7 χρονών.
Μερικές φορές μετά από ώρες κοπιαστικής δουλειάς, με έπαιρνε να πάμε βόλτα μέχρι τα φιλαράκια του που ήταν στα γύρω χωριά για να πιει τον απογευματινό καφέ.
Ο παππούς χρόνια μηχανόβιος. Πώς; Μα με ένα DKW του 1970. Το οποίο το χειμώνα που ερχόταν στην Αθήνα, από τότε που έκλεισε το καφενείο γιατί του το ρήμαξε ο σεισμός στο νησί (βλ. Κεφαλονιά) έπρεπε να έρθει στην Αθήνα για δουλειά μιας και η λέξη «κεφάλαια» τότε ακουγόταν μόνο ως ανέκδοτο.
Φόρτωνε λοιπόν το DKW σε μία φορτωτική και βουρ για Αθήνα με το ΚΤΕΛ. Και το καλοκαίρι τούμπαλιν.
Τα καλοκαίρια περνάγανε κάπως έτσι λοιπόν. Βαρέλια, βοηθός τσάρκα πάνω στο DKW, τα χέρια μαγκωμένα στο ντεπόζιτο, μανιβελιά ο παππούς και δρόμο.