Μεγάλο μη μοτοσυκλετιστικό άρθρο
Ο μύθος του διαλόγου
Δεν πιστεύω στη συζήτηση, η συζήτηση είναι μύθος . Για να ακριβολογήσω , πρόκειται για έναν απ’τους πιο επιφανείς και ανθεκτικούς μύθους της Δύσης και μάλιστα ,απ’ότι μας λένε, ελληνικής προέλευσης. Θα είχε κανείς όλες τις δικαιολογίες του κόσμου αν το είχε υποπτευθεί απ την πρώτη τάξη του δημοτικού,ωστόσο τώρα τελευταία θα τον περίμενε μια ακόμη πιο ανάγλυφη εντύπωση του πράγματος , εξαιτίας του γεγονότος ότι η συζήτηση αναγορεύτηκε σε θεότητα. Την βλέπουμε να θαυματουργεί σχεδόν παντού –κάτι σαν την εικόνα της θεοτόκου που κλαίει.
Αν είχα υπάρξει έστω και μία φορά αυτήκοος μάρτυρας μιας συζήτησης άξιας του ονόματος της , θα το συζητούσα με τη σειρά μου. Κυριολεκτικά δεν θυμάμαι να διασώθηκε ούτε ένας μη σκηνοθετημένος διάλογος, ιδιωτικός ή δημόσιος, σε καμία εποχή, σε καμία γλώσσα, ο οποίος να καρποφόρησε ως τέτοιος, δηλαδή διάλογος.
Ο διάλογος όπως τον περιγράφει ο δυτικός μυθος , σημαινει το ιδεώδες. Αναφερόμαστε στο αφηρημένο καθεστώς μιας απείρως ελαστικής αμοιβαιότητας του λόγου, υποθετικά απρόσβλητης από την αχαλίνωτη ηθική του ΕΓΩ ,ώστε οι παρατηρήσεις του ενός υποκειμένου να καταλάβουν αβίαστα τη θέση των σκέψεων που διακατέχουν το άλλο υποκείμενο , λες και έχουμε να κάνουμε με τους αρχάγγελους Μιχαήλ και Γαβριήλ..
Οιοσδήποτε έχει λοιπόν επιβιώσει στον πλανήτη γη, δικαιούται να συμπεράνει ότι, μεταξύ γήινων , η συζήτηση , ως οντότητα , ανήκει στην ίδια κατηγορία με τον μονόκερω. Διαπιστώνουμε απεναντίας ότι όλοι εκείνοι οι άνθρωποι για τους οποίους θα μπορούσαμε δίχως υπερβολή να ισχυριστούμε ότι πλησίασαν σε απόσταση αναπνοής την αλήθεια των πραγμάτων, μονολογούσαν. Ποιητές , μουσικοί , στοχαστές , οραματιστές , μαθηματικοί , εφευρέτες , αρχαιολόγοι , και φυσικά οι πιο οξυδερκείς ανάμεσα στους πιστούς της κοινής λογικής, όλοι ανεξαιρέτως είχαν πάρει το πτυχίο τους στην ασυζητητί ανακοίνωση πεποιθήσεων για τις οποίες , εμείς οι πιο οκνηροί τους είμαστε υπόχρεοι. Ο Νεγκροπόντε, από την silicon valley , ή δεν ξέρω από πού αλλου, διαφημίζοντας κάποιο πρόγραμμα φωνητικής επικοινωνίας με το pc , είχε διακηρύξει πως το καλό με τον προφορικό λόγο είναι ότι αφήνει , λέει , τα χέρια ελεύθερα. Του απαντάμε πως το καλό με τον γραπτό λόγο είναι ότι δεν σε διακόπτει κανείς, πόσο μάλλον αυτός ο συγκεκριμένος γιάπης. Και δεν θα ταν δίκαιο άλλωστε να επιτρέψεις να σε διακόπτει κάποιος που συνέκρινε τον εαυτό του με ακτίνα λέιζερ.
Δεν θυμάμαι να έπεισα ποτέ κανέναν για τίποτα. Πως πείθουν άραγε? Η απάντηση είναι απλή: δεν πείθουμε ποτέ. Είτε ο άλλος γνωρίζει με κάποιον μη συνειδητοποιημένο, ανομολόγητο τρόπο τη βεβαιότητα που επικαλείσαι, οπότε μπορείς να τον προσηλυτίσεις στην ουσιαστική γοητεία ενός συλλογισμού ή ενός διαισθαντικού συμπεράσματος, είτε η γλώσσα που μιλάς δεν τον αφορά καθόλου, οπότε θα παραμείνεις ανεπηρέαστος. Αν κανείς δεν είναι από ιδιοσυγκρασία προσανατολισμένος στην επίμαχη οπτική, ηοπτική τον διαπερνά δίχως το ελάχιστο τραύμα, αν εξαιρέσουμε τον εγωισμό του.
Εξυπακούεται ότι μπορείς να κάμψεις την αντίστασή του , επειδή ο άλλος υπακούει επίσης σε επιμέρους ζωτικά συμφέροντα που απαιτούν ελιγμούς στις διαπραγματεύσεις, όμως αυτή η κακήν κακώς υποχώρηση, το αισθάνεσαι , είναι ολότελα ξένη προς την πειθώ.
Ο διάλογος εξακολουθεί να είναι ο αληθοφανέστερος απ τους μύθους που καλλιεργούν τα ιερατεία. Επιστήμονες , πολιτικοί , επίσκοποι , εργοδότες , πρυτάνεις , και μεγαλοπρεπείς αρθρογράφοι , κόπτονται για την κακή υγεία του κοινωνικού διαλόγου.
Στα χαμηλότερα κλιμάκια, φοιτητές , μικροεπαγγελματίες και ζευγαράκια υπό διάλυσιν που ισορροπούν στο χείλος της αναποφασιστικότητας ,στρέφονται στο διάλογο που τους προτείνουν οι οργανώσεις, τα συνδικαλιστικά σωματεία ,οι δικηγόροι, οι χαρτορίχτρες και οι οικογενειακοί σύμβουλοι, με την επιδίωξη να εξασφαλίσουν αναβολή ή να καλμάρουν τις ενοχές τους, στην οποία επιδίωξη ανατίθεται καθημερινά να προεδρεύει σε αντιπαλότητες εξ υποθέσεως αγεφύρωτες
Σήμερα , τελετουργική διεκπεραίωση των δημοσίων διαλόγων είναι καθ’ όλα ταιριαστή με το προσομοιωτικό ύφος της χαοτικής εποχής μας και παίρνει πρωτίστως υπόψιν της τον συμψηφισμό ανάμεσα σε διαφορετικά ρεύματα πληροφοριών. Σε μια πρώτη φάση, τα δύο αντίπαλα επιχειρήματα κονιορτοποιούνται, όπως στον περίφημο διάλογο των Εκκλησιών ή των διαφόρων κατασπαραγμένων ομάδων της Αριστεράς και , στην συνέχεια , αναμειγνύονται καλειδοσκοπικά μέσα στο άπειρο των αδιευκρίνιστων αποχρώσεων. Σε αυτόν τον πολτό , ο τύπος αναγνωρίζει, όλος χαρά, τα θεάρεστα κατ’ αυτόν αποτελέσματα της συναινεσης. Με άλλα λόγια, αφού η συζήτηση είναι ανέφικτη, δεν μπορεί παρά να είναι στη μόδα.