Αν...
Αν μπορεις να κρατιεσαι νηφαλιος, σαν ολοι τριγυρω
τα ‘χουν χαμενα και φταιχτη σε κραζουν για τουτο…
Αν μπορεις να πιστευεις σε σενα, σαν ολοι για σενα αμφιβαλλουν,
μα και ν’ ανεχεσαι εσυ ν’ αμφιβαλλουν για σενα…
Αν μπορεις να προσμενεις, χωρις ν’ αποκανεις ποτε καρτερωντας…
Κι αν, σα σε μπλεξουνε ψευτες, εσυ σε ψευτιες δεν ξεπεσεις…
Κι αν μισημενος, κρατεις την ψυχή σου κλεισμενη στο μισος,
μα χωρις και να δειχνεις ποτε περισση καλοσυνη
κι ουδε παρά πολύ συνετος στις κουβεντες σου να’ σαι…
Αν μπορεις να ονειρευεσαι, διχως ωστοσο να γινεις
των ονειρων σου σκλάβος ποτέ. Κι αν στοχάζεσαι πάντα,
μα χωρίς και να κάνεις τη Σκέψη σκοπό σου…
Αν μπόρεις ν΄άνταμώνεις τον Θρίαμβο κ’ είτε την Ηττα
και να φέρνεσαι πάντα στους δυο κατεργάρους αυτους ολοιδια…
Αν μπορείς, να υποστείς μιαν αλήθεια που λες, να τη βλέπεις,
διαστραμμένη απ’ αχρειους, να γινει για βλακες παγιδα…
Κι αν της ζωης σου το εργο, μπορεις να το βλεπεις συντρίμια,
και να σκυβεις ξανα, να το χτιζεις ξανα, με φθαρμένα εργαλεία…
Αν μπορείς να σωριαζεις μια στιβα τα κερδη, το βιος σου,
και σε μια ζαρια να ρισκαρεις τα πάντα, μια κ’ έξω,
και να χανεις, και παλι ν’ αρχιζεις απ’ τ’ αλφα,
διχως ποτε μια κουβεντα να πεις για τα κερδη που πανε…
Αν μπορεις ν’ αναγκασεις τα νευρα, τους μυς, την καρδιά σου,
να δουλευουν ακομα για σε κι αφου σπασουν, και αφου παραλυσουν,
κι ετσι μπορεις να κρατησεις ακομα, σα μέσα σου πια δεν υπαρχει
τιποτα – ξον απ’ τη θεληση που τους προσταζει: «Βαστατε!»…
Αν, με τα πληθη μιλώντας, φυλαξεις την πασα αρετη σου…
Κι αν, με Ρηγαδες παρεα, δεν χασεις το νου σου…
Κι αν ουτε εχτροι, μα ουτε φιλοι ακριβοι, να σε πληξουν μπορουνε…
Κι αν λογαριαζεις τους παντες, αλλά και κανεναν περισσια…
Κι αν μπορεις να διατρεχεις στο κάθε λεφτο, που αδυσωπητο φευγει,
όλο τον δρόμο που πρεπει να γίνεται μες στους εξηντα τους χτυπους,
- τοτε δική σου θα’ ναι όλη η Γη, κι ότι μέσα της κλείνει,
και – τρανοτερο! – τοτε πια γενηκες Αντρας, παιδι μου!
Ρόντγυαρ Κιπλινγκ