Α έτσι;
Η Καλάμιτυ Τζέην είναι υπαρκτό πρόσωπο στην άγρια δύση, μια γυναίκα αδάμαστη, ξερνούσε ιδρωτίλα και σκόνη, τεστοστερόνη και καυτά κολτ. Οι ιστορικοί και οι λαϊκοί συγγραφείς φαίνεται να την ξέχασαν και ήταν μία μόνο από δαύτες, κατά κόσμον Μάρθα Τζέιν Κάναρι ή αλλιώς Καλάμιτι Τζέιν, που θα αναλάμβανε το δύσκολο έργο να εκπροσωπήσει το γυναικείο στοιχείο στον αιματοβαμμένο κόσμο του Φαρ Ουέστ!
Αν κάποιος την ξέρει τότε θα είναι φανατικός αναγνώστης του Λούκι λουκ
Η Καλάμιτυ Τζέην μασά
ταμπάκο και φτύνει βρωμιά.
Φονεύει ρεμάλια και γδέρνει τσακάλια,
ληστεύει, κουρσεύει, νικά.
Καβάλα στο άτι περνά,
κοιτά υποτιμητικά.
Αντέχει στο κρύο, αντέχει στη ζέστη
αντέχει και στο θανατά.
Η Καλάμιτυ Τζέην θα πει:
«Να βάλουν φωτιά στο Κ.Α.Π.Η.!»
Γιατί δε γερνάμε· καιγόμαστε, σπάμε
κι αρχίζουμε απ’την αρχή.
Το βούτυρο και το ψωμί
μασάει, μα νοιώθει αδειανή.
Εκείνη ζητάει ψυχές για να φάει
σαρκία φιλὀξενα να γεννηθεί.
Η Καλάμιτυ Τζέην φορά φωτοστέφανο
αγορασμένο από τη λαϊκή.
https://www.youtube.com/watch?v=CaA7bn3g9L8
Ιλισσός – Θάνος Κόης/λοστ μπόντις
Ήταν εντελώς στα αρχίδια μου αν αυτό το ποτάμι λεγόταν Ιλισσός
Αυτό που είχε σημασία, ήταν ότι ήταν το μοναδικό μέρος που μπορούσα να χωθώ
για να ξεφύγω από τους μπάτσους
Μπήκα από την είσοδο στην Καλλιθέα
κι άρχισα να τρέχω μέσα στο στεγασμένο τσιμεντομένο ποτάμι
ώσπου έτρεχα στο απόλυτο σκοτάδι
χωρίς να βλέπω εντελώς τίποτα πίσω μου
τίποτα εντελώς μπροστά μου
Ώσπου βρέθηκα με τα μούτρα μέσα στα βρομόνερα,
τις αποχετεύσεις και τα βιομηχανικά λύματα
Και η γλώσσα μου βούτηξε στα κάτουρα των ποντικιών
Ξαφνικά, το άγχος και η αγωνία μου, έφυγαν
κι αφέθηκα να βυθίζομαι ήρεμα και παράλογα
με το χρώμα του νερού να ξανοίγει γύρω μου
σε ένα μπλε, μωβ, γαλάζιο
που εναλλάσσονταν με μια θύελλα από φως
που δημιουργούσε, όγκο, βάθος
και κουρτίνες από φως σαν τροπική καταιγίδα
Τότε κατάλαβα ότι κινούμαι με μεγάλη άνεση
κουνώντας μόνο το κουτσό μου πόδι
Παρόλα αυτά, γλιστρούσα όμορφα
Βαθιά και μακριά, έβλεπα τα πάντα
Όμως κοντά, ήταν όλα θαμπά, φλουταρισμένα
Προσπάθησα να ενώσω τα χέρια μου σαν γυαλιά για να δω καλύτερα
Σιγά σιγά, άρχισα να ξεχωρίζω τις ραφές από την μπλούζα της
που ταξίδευαν το κορμί της σαν ξερολιθιά
Γύρισε και μου άστραψε ένα χάδι με την ανάποδη του χεριού της
Έτσι γύρισα το βλέμμα μου και κατάλαβα ότι όλοι εκεί, ήταν σε ένα άλλο κόσμο
από αυτόν που ξέρουμε
Εκεί δεν υπήρχε άγχος για τίποτα
Οι άνθρωποι, δεν χωρίζονταν σε φυλές, σε πλούσιους και φτωχούς
Όλοι αισθάνονταν, χαίρονταν
Κανείς δεν κατείχε
Κανείς δεν ήθελε γιατί είχε
Είδα όλα τα σπάνια cd που έψαχνα, μπροστά μου
αλλά δεν αισθάνθηκα την ανάγκη να πάρω ούτε ένα
Ολόγυρα είχε εξαιρετικές ζωγραφιές που άλλαζαν συνέχεια
Ανάλογα με ποιον τρόπο τις έβλεπες
Όταν πείναγες, έφτανε να κοιτάξεις δεξιά, αριστερά
Είχε τραπέζια με βουνά
από κανελόνια με κιμά σαλτσαρωτά
και σουβλάκια τυλιχτά τριών λογιών
Ένα με πλημυρισμένο, τραγανιστό, πικάντικο γύρο
το άλλο με πανσέτα
και το τρίτο, δεν υπήρχε, ήταν απλώς το τρίτο
Λίγο πιο κάτω υπήρχαν ταψιά με μουσταλευριά
με μπόλικη κανέλα κι ένα δάχτυλο καρύδια από πάνω
Η ηλικία ήταν αυτή ή απλά δεν ήταν
Εκεί δεν υπήρχαν νυστέρια έτοιμα να επιτεθούν στις ρυτίδες
Εκεί δεν υπήρχε καμία απειλή
Όλα ήταν αλήθεια και όλα ήταν ψέμα
Σαν κοίταζες μέσα στα μεγάλα κομμάτια από κεχριμπάρι
Αναγνώριζες αγαπητά πρόσωπα που ήταν έτοιμα να συζητήσουν μαζί σου
Το άλσος
Το νερό
Το νερό
Και η μουσική
που εκεί τη μετέφερε ο ένας στον άλλον
με ένα άγγιγμα κι ένα βλέμμα
Αυτό ήταν και το μόνο που έφερα πίσω μαζί μου
Τη μουσική
Για να με πιστέψετε
Αλλά για να δείτε κι εσείς τη μαγεία και την πληρότητα που ζούσαν εκεί
Και φυσικά για να με πιστέψετε
Θάνος Κόης