Ξεκινώντας το πρωί με κρύα τη μοτοσυκλέτα, ήταν μέρες που διαπίστωνα ότι το κιβώτιο ταχυτήτων συμπεριφερόταν πιο τραχιά, ενώ άλλες φορές πιο γλυκά. Τόσο στον ήχο, όσο και στην αίσθηση στο πόδι. Προσπαθούσα να καταλάβω τις συνθήκες υπό τις οποίες υπήρχε η διαφορά, αλλά δεν έβγαζα άκρη.
Δεν σχετιζόταν με πρόσφατη αλλαγή λαδιών, αν και γενικά βλέπω διαφορά στη λειτουργία του, τις πρώτες εκατοντάδες χιλιόμετρα μετά την αλλαγή λαδιών. Ούτε με το αν είχε έξω κρύο ή ζέστη, αν είχε ζεσταθεί το λάδι ή όχι. Μιλάμε για αλλαγές ταχυτήτων προς τα πάνω, στις 3.000 rpm. Απλά ήταν μέρες που αποκόμιζα μαλακή αίσθηση και άλλες πιο άγρια.
Με δοκιμές συνειδητοποίησα κάτι παράξενο: Έχει να κάνει με τη θέση που τοποθετώ το παπούτσι μου κάτω από το λεβιέ των ταχυτήτων. Αν δηλαδή το τοποθετώ πιο μέσα και ασκώ κατακόρυφη πίεση προς τα πάνω, η αίσθηση είναι πιο τραχιά. Αν αντιθέτως έχω το πόδι ελάχιστα πιο έξω, οπότε πιέζω το μοχλό προς τα πάνω και ταυτόχρονα ελαφρώς διαγωνίως προς τα μέσα, η αίσθηση αλλάζει αμέσως, προς το πιο μαλακό και πιο ήσυχο. Και λέω παράξενο, διότι το μοχλικό σύστημα του λεβιέ των ταχυτήτων επιτρέπει μόνο την κατακόρυφη κίνησή του. Αν ισχύει κάτι τέτοιο, τότε αυτά που μπορώ να υποθέσω είναι ότι ίσως η ελαφρώς εξωτερική θέση του ποδιού, ίσως αποσβαίνει πλάγιο τζόγο ή κραδασμούς. Ίσως πάλι κάνει ακούσια πιο ήπια την πίεση που ασκώ, αν και δεν καταλαβαίνω κάτι τέτοιο, αφού φοράω μποτάκια με σκληρή ενίσχυση σε εκείνο το σημείο.
Το εντυπωσιακό είναι ότι, μόλις το συνειδητοποίησα, έκανα μερικές προσεκτικές δοκιμές και επαληθευόταν η διαπίστωσή μου. Ελάχιστα εκατοστά πιο έξω να είναι το πόδι μου, αλλάζει η αίσθηση στην αλλαγή των ταχυτήτων.