Ανασηκώθηκε με κόπο στο το κρεβάτι και κοίταξε το φως από το παράθυρο. "Τι ώρα έχει πάει ρε πούστη μου;", σκέφτηκε και κατεβάσε τα πόδια στο πάτωμα. Το κρύο πλακάκι ήταν βάλσαμο στις πονεμένες πατούσες του. "Τι στο διάλο, ξύλο έτρωγα και πονάω παντού;", ξανασκέφτηκε. Με κλειστά τα μάτια προχώρησε ώς το μπάνιο και μπήκε κάτω από το ντουζ. Ενα κρύο μπάνιο, αυτό ακριβώς χρειάζοταν για να ξυπνήσει. Το παγωμένο νερό έκανε την δουλειά του και οι μυς άρχισαν να λειτουργούν. "Δεν τραβάει ρε γαμώτο. Κάθε μέρα την ίδια ρουτίνα, θα γίνω δημόσιος υπάλληλος χωρίς να έχω τα προνόμια. Πάνε 3 εβδομάδες από την τελευταία βόλτα και είναι σαν να έχει περάσει χρόνος. Καλόμαθε η γριά στα σύκα και θέλει βόλτες.". Σκέψεις έτρεχαν στον μυαλό του καθώς ετοίμαζε πρωινό. "Ναυσικά, ψήνεσαι για βόλτα;", φώναξε στην κόρη του που κοιμόταν. Απάντηση δεν πήρε εκτός από ένα μουγκρητό που θεώρησε πως ήταν ενα φωναχτό ΝΑΙ. Τρία μυνήματα αργότερα, και τα κατάλληλα ραντεβού είχαν κλειστεί ώστε να υπάρχει η δικαιολόγια της βόλτας, έχει και τις γαμημένες τύψεις όταν λείπει από την δουλειά. Άλλο ένα μύνημα για να συναντήσει έναν φίλο που του χρωστάει και τα πάντα είχαν δρομολογηθεί.
Δυο μέρες μετά η μηχανή έτοιμη φορτωμένη από το βράδυ περιμένει το κλειδί και την μίζα για να πάρει μπροστά. Η Ναυσικά τελικά συμφώνησε αργότερα για την βόλτα, αφου 06:15 το πρωί όχι μόνο δεν άκουσε την πρόταση αλλά ούτε πλευρό δεν άλλαξε στον υπνό της. "Που θα πάμε μπαμπά;" ήταν η μοναδική ερώτηση που έκανε δυο μέρες πριν. "Πάτρα και Αγρίνιο και από εκεί και πέρα όπου μας βγάλει ο δρόμος. Ετσι χωρίς πρόγραμμα είναι το καλύτερο. "Το μόνο που μπορώ να σου υποσχεθώ είναι πως δεν θα κάνουμε λιγότερο από 600 χιλιόμετρα, αλλιώς δεν αξίζει". Υποδέχτηκε την τελευταία δήλωση με χειροκροτήματα. Είχε κοιμηθεί νωρίς την προήγουμενη μέρα και έτσι το πρώι ήταν ορεξάτη και γεμάτη ενέργεια. Στάση στο βενζινάδικο για γέμισμα και ο δρόμος ανοιχτός μπροστά μας. Οι δρόμοι είναι εκεί και μας περιμένουν. Εμείς πρέπει να πάρουμε την απόφαση να τους διασχίσουμε. Γιατί όλα είναι δρόμος.
Με αυτές τις σκέψεις φόρτωνε την μηχανή το προηγούμενο βράδυ. Επίτηδες δεν τσεκάρισε λάδια, δεν τσεκάρισε για χαλαρές βίδες, δεν τσεκάρισε τίποτα. Δεν είναι πως είναι τσαπατσούλης, το αντίθετο θα λέγαμε. Το μυαλό του ήταν και είναι ενοχλητικά σε σημείο ψυχαναγκασμού οργανωμένο. Τα πάντα πρέπει να γίνονται με πλάνο, με πρόγραμμα στην ώρα τους, στο λεπτό. Η βόλτα όμως με την μηχανή θέλει ελευθερία. Ολη αυτή η ελευθερία που λείπει από την οργανωμένη δουλειά, από τις ώρες με την οικογένεια, από την επιμέλεια των πάντων, βγαίνει σε αυτή την μια βόλτα με την μηχανή. Ποτέ δεν μπόρεσε να είναι "στ'αρχίδια του" για τα πράγματα που συμβαίνουν γύρω του. Ποτέ δεν αγνόησε όλα τα παραπόνα που άκουγε απο συνιδιοκτήτες ίδιες με την δική του μοτοσυκλέτα. Η βαθιά φιλοσοφία του όμως του έλεγε ότι ακριβώς έλεγε ο παππούς του για το δικό του μηχανάκι. "Οτι το σκαλίζεις χαλάει".