Δημοσιεύθηκε αρχικά από
telegonos
Κααααλή είναι, αλλά νομίζω τα υπερτιμούμε και λίγο.
Βγαίναν τόσες πολλές σαβούρες ταινίες εκείνη την εποχή, που οι ταινίες που ΔΕΝ ΗΤΑΝ σαν τις σαβούρες, ξεχώριζαν, γιατί κάτι είχαν να πουν, μια κατάσταση είχαν να δείξουν.
Και οι σαβούρες τύπου Ψάλτη, Γαρδέλη κ.ο.κ. την έχουν την πλάκα τους, αλλά τις βλέπεις υπό την προυπόθεση ότι βλέπεις εν γνώση σου μια σαβούρα. Και αυτές ήταν και οι καλές από τις σαβούρες, το τι έβγαινε κατευθείαν στην αγορά του βίντεο...
Ταινίες όπως η πόλη που δεν κοιμάται, ξεχώριζαν, δεν είχαν την σαχλαμάρα, και ένα κάποιο υποτυπώδες δράμα το είχανε.
Βάλε και την νοσταλγία για τους άνω των πενήντα από την μία, της εποχής που για πάντα έχει χαθεί, βάλε και ότι αυτές οι ταινίες στέκουν σαν ντοκυμαντέρ-εικόνα-αποτύπωση πως ήταν η κοινωνία, ο πολιτισμός, οι άνθρωποι, τα αυτοκίνητα κ.ο.κ. τότε, ανεβαίνει η αξία τους.
Πλην όμως, δεν παύουν να είναι μέτριες ταινίες. Οι διάλογοι είναι καλοί αλλά όχι κάτι ξεχωριστό, όπως και η ιστορία. Οι ηθοποιοί είναι μέτριοι, και εκεί που παίρνουν την μεγάλη κάτω βόλτα, είναι στο τεχνικό τμήμα, κακή φωτογραφία, τραγικός ήχος, κακό μοντάζ. Δεν είχαν λεφτά και η παραγωγή ήταν με τα ψέμματα, αλλά ακόμα κι έτσι, η ταινία έχει πρόβλημα όταν δεν ακούς τι λένε. Ο κεντρικός ήρωας μιλάει σαν καθυστερημένος, όλοι μιλάνε περίεργα, κανείς δεν μίλαγε πραγματικά έτσι τότε. Η Ολια, που ήταν περισσότερο χορεύτρια και λιγότερο ηθοποιός, σε κάθε ατάκα, λέει το ποίημα στο σχολείο. Είναι απίστευτα όμορφη, αλλά αυτό δεν φτάνει, είναι ξύλινη.
Οι σκηνές που ξαναφτιάχνει την παρατημένη μοτοσυκλέτα, εντάξει ρε φίλε, ενα μοτέρ που έχει φυτρώσει δέντρο μέσα του και έχει περάσει δεκαετίες στα στοιχεία της φύσης, δεν ξαναγίνεται καλό, πλενοντάς το με πετρέλαιο. Δεν λέμε να κάνει η ταινία ρεαλιστική την ανακατασκευή, αλλά δείξε λίγο επαφή με πραγματικότητα ρε σκηνοθέτη.
Το δε τέλος είναι τόσο ψεύτικο, και πάνω απόλα, τόσο ανούσιο. Οτι χτίζει η ταινία σε όλη την διάρκεια, η προσπάθεια του μεγάλου αδερφού να βρει με ποιον έτρεχε ο αδερφός του όταν σκοτώθηκε, πάει όλη ΣΤΟΝ ΒΡΟΝΤΟ. Εχει την τραγική ειρωνία η ταινία, ότι εμείς οι θεατές ξέρουμε με ποιόν έτρεχε, ενώ ο ήρωας όχι, αλλά κι αυτό, θα θέλαμε να λυνόταν προς το τέλος. Δεν λύνεται ποτέ, μένει έτσι στον αέρα.