Αλήθεια, τι είδους άνθρωποι είναι αυτοί, οι οποίοι δεν μοιράζονται την χαρά τους?
Να υποθέσω ότι η συμπεριφορά των ατόμων αυτών, ανήκει σε κάποια ψυχολογική υπόσταση εν ονόματη εγωπάθεια, ή αλλιώς εγωλατρεία??? Μοιράζομαι την λύπη μου, για να αποσπάσω την προσοχή του άλλου. Για να του προκαλέσω τον οίκτο, να ασχοληθεί μαζί μου=καθόλου ευγενικό δεν ακούγεται. Ουσιαστικά εκβιάζω την ευπείθεια του άλλου, προκειμένου να μου αφιερώσει χρόνο, γιατί δεν βρίσκω άλλο τρόπο για να ασχοληθεί "μόνο" μαζί μου. Επομένως, έλλειψη βαθύνοιας...
Οι άνθρωποι, συνεχίζουν να μοιράζουν μόνο την λύπη τους. Γιατί αυτό τους έχει απομείνει. Γιατί αυτό βλέπουν. Γιατί αυτό φοβούνται. Έρμαια μιας ανύποπτης οικουμένης-οι άνθρωποι-που βρίσκουν γιατρειά στην λύπη την δικιά τους κι άλλωτε στην λύπη των άλλων. Η απόλυτη προσπάθεια να επιβεβαιώσουν στον εαυτό τους ότι κι άλλοι λυπούνται. Κι άλλοι βιώνουν το συναίσθημα του πόνου. Κι ότι δεν είναι οι μόνοι που κολυμπούν στο προσωπικό άλγος της σιωπής...
Κοντεύει μεσημέρι και οι άνθρωποι, ακόμα κρύβουν την χαρά τους. Λιγοψυχούν στην ιδέα να ξεδιπλώσουν κάποια ενδόμυχη χαρά, που τείνει να ομορφύνει τις στιγμές...οι στιγμές, κυανές πνοές, που δραπετεύουν από κάποιο ανέμελο Κυριακάτικο μειδίαμα. Θελκτικό και χαριτωμένο η μοιρασμένη χαρά, να αποτελεί γεφύρι της ανθρώπινης ανιδιοτέλειας.
Ποιός χαίρεται? Ο αδαής που δεν ξέρει να λυπάται. Μάλλον όχι. Ο χαζοχαρούμενος, θα έλεγε κάποιος. Κι αυτό άκαμπτο ακούγεται. Χαίρεται κάποιος με την χαρά του άλλου. Αυτό μάλιστα! Αποδεκτό. Χαίρεται ωστόσο κι αυτός, που μοιράζει σκόρπιες θύμησες στην λευκότητα ενός χαρτιού. Χαίρεται ακόμα κι αυτός, που περιγράφει ένα αστείο γεγονός...Δίχως άλλο, μεταδίδει την χαρά του στο περιβάλλον του. Μια αιφνίδια χαρά, που γκρεμίζει ποτισμένες κυριακάτικες ανταύγειες, μιας άοσμης θλίψης.
Τι είδους άνθρωποι είναι αυτοί, που δεν χαρίζουν την χαρά τους???
Άνθρωποι που δεν αγγίζουν την ένδον χώρα της νόησης. Άνθρωποι που δεν εκφράζονται, ίσως. Άνθρωποι που τους έμαθαν να φοβούνται. Ο ατομισμός, φόρεσε τα χρώματα της πικρίας και της εκποίησης. Και συντροφεύει, όσους τον αποδέχονται. Ποιός τον αποδέχεται?
Το μεσημέρι, συνοδεύει την μουσική της σιγής. Κι αυτός ο χειμώνας, δεν μοιάζει με άλλον. Έχει ακέραιες χαρές κι ανώδυνες μοναξιές. Έχει όνειρα που ψάχνουν να κουρνιάσουν σε παιδικούς λογισμούς. Έχει χαρές, που περπατούν ανέμελα στους δρόμους και γελούν!
καλό απόγευμα!
Θεοδώρα