Ήρθε. έσκασε μύτη με τις αλυσίδες και άρχισε να μας απειλεί με τη παρέα του.
Τραβήξαμε εμείς τα σπαθιά μας και ορμίσαμε κατα πάνω τους χωρίς δισταγμό.
Παρόλα αυτά, εκείνοι ψύχραιμοι περίμεναν μέχρι να φτάσουμε 3-4 μέτρα μακρυά τους και με ένα δυνατό σφύριγμα κάλεσαν έναν δράκο, ο οποίος κρυβόταν στο δάσος απο πίσω τους.
Δεν μπορώ να πώ, τρομοκρατήθηκα λίγο, αλλα ο Χάρης, με τη φόρα που είχε, πέταξε το δόρυ του και πέτυχε τον δράκο ανάμεσα στα μάτια. Ο δράκος άρχισε να πέφτει ανεξέλεγκτα με κραυγές πόνου, οι οποίες σταμάτησαν καθώς έσκαγε με βία πάνω στα αυτοκίνητα που ήταν παρκαρισμένα δίπλα απο τη πλατεία.
Ο κόσμος ταραγμένος απο τις εικόνες, έτρεχε πανικόβλητος στο δρόμο.
Ο Anco καθόταν πιο πίσω παρατηρώντας την έκβαση της μάχης, και όταν κατάλαβε οτι είχε χάσει το πάνω χέρι, άρχισε να υποχωρεί με αργό ρυθμό ρίχνοντας κλεφτές ματιές πίσω απο τη πλάτη του για να βρεί κάπου να κρυφτεί.
Μόλις κατάλαβα το πλάνο του, έβγαλα το τόξο μου απο τη τσάντα, στήθηκα και έριξα ένα βέλος το οποίο τον πέτυχε στον ώμο, την ώρα που καβάλαγε το glx του.
Έβγαλε μία κραυγή και φώναξε "θα τα ξαναπουμε" καθώς γκάζωνε και χανόταν στο υπερπέραν.
Όσοι απο το στρατό του είχαν μείνει ζωντανοί, καταλαβαίνοντας οτι ο αρχηγός τους την είχε κοπανήσει, παρέδωσαν τα όπλα και παραδόθηκαν.
Αφου τους κλείσαμε στα μπουντρούμια του κρίκου, κάτσαμε και ήπιαμε μπύρες και κρασιά, μέχρι τα ξημερώματα.
Κάποιοι μάλιστα, έψησαν και μία γουρουνοπούλα και την έτρωγαν θριαμβευτικά, στο κέντρο της πλατείας.