all right
03/09/2008, 12:51
ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΜΟΥ.ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΟΤΟ.ΑΠΛΑ ΘΕΩΡΩ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Μέρος πρώτο: στο φανάρι
Η συζήτηση στο φανάρι, όχι μόνο επιτρέπεται, αλλά και επιβάλλεται. Εαν η μοτοσυκλέτα του άλλου είναι καινούργια, μια ανώδυνη, ευγενική ερώτηση είναι: «Από την αντιπροσωπεία την πήρες ή από εισαγωγέα;». Αντίστροφα, μιά αγενής ερώτηση είναι: «Είναι από τα γερμανικά με τα κλειστά μοτέρ;» (σ.σ. στη Γερμανία λόγω νομοθεσίας απαγορεύεται η εισαγωγή μοτοσυκλετών πάνω από 100 ίππους, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ίδια μοντέλα στην υπόλοιπη Ευρώπη με πάνω από 140 άλογα).
Η συζήτηση στο φανάρι γίνεται πάντα στον ενικό. Ο πληθυντικός χρησιμοποιείται (αν χρησιμοποιηθεί) από τον μεγαλύτερης ηλικίας μοτοσυκλετιστή προς τον νεαρότερο. Ο λόγος είναι απλός: ο ‘μεγάλος’ μπορεί να νομίζει ότι τον προκαλείς, θεωρώντας τον «μπάρμπα» και, για να σώσει την μοτοσυκλετιστική του τιμή, θα φύγει σφεντόνα απο το φανάρι, θα γίνει ανάμνηση και θα το έχετε κρίμα στο λαιμό σας. Οταν δύο μοτοσυκλετιστές συνομιλούν στον πληθυντικό στο φανάρι, είναι πάντα γιατροί με BMW και θα πρέπει να προσέξετε να μην χτυπήσετε στις βαλίτσες όταν τους προσπερνάτε με το παπί σας.
Η ιδανική όμως ερώτηση που πιθανόν να αποτελέσει την απαρχή αιώνιας φιλίας, είναι «Ευχαριστημένος;». Ετσι δίνετε την δυνατότητα στον κάτοχο της μοτοσυκλέτας να αποδείξει την καλή του κρίση απαντώντας «Πολύ ευχαριστημένος!» ή την ικανοποίηση να θάψει αντιπρόσωπο, μοντέλο, τον Yoshihiro Honda και όλο του το σόι. Οχι και μικρή χαρά όταν δουλεύεις κλητήρας σε τράπεζα με 650 καθαρά.
Σημαντικό! ΠΟΤΕ μα ΠΟΤΕ δεν κλείνουμε την λωρίδα ανάμεσα στα αυτοκίνητα. Ο ευγενικός μοτοσυκλετιστής σταματά στην διάβαση. Αν αναρωτηθείτε πόσο, ο κανόνας είναι «τόσο ώστε να χωράει να ελιχθεί μια Harley Davidson Electra Glide (το touring μοντέλο)». Αν πάτε ακόμη πιο μπροστά, πάει να πει ότι περάσατε με κόκκινο οποτε πάμε σε άλλο κεφάλαιο του οδηγού. Αν πάτε πιο πίσω, ελάτε στην θέση του Electra Glide! Σε περίπτωση όμως που κλείνετε την λωρίδα, οι παραδεδεγμένες αντιδράσεις του συνάδελφου μοτοσυκλετιστή είναι οι εξής: α) να σας αγνοήσει, β) να δώσει τρεις μικρές γκαζιές που σημαίνουν «λίγο πιο μπροστά», γ) να σας πει με μέση φωνή «λίγο πιο μπροστά», δ) να ελιχθεί ανάμεσα στα αυτοκίνητα και να στηθεί μπροστά σας, εκδηλώνοντας εμπράκτως την δυσαρέσκειά του για την αγένειά σας, ε) να σπρώξει με την μπροστινή ρόδα του την πίσω ρόδα σας (αυτό προϋποθέτει πολυετή φιλία και πρέπει να γίνεται με μοτοσυκλέτες με διαφορά βάρους κάτω των 30 κιλών).
Όταν αναφέρεστε στην μοτοσυκλέτα του άλλου, δεν την αποκαλείτε «μηχανάκι». Αν τον ρωτήσετε «Πώς πάει;», ο άλλος έχει δικαίωμα να πει «καλό μηχανάκι» έστω και αν είναι FZR 1000, αλλά ποτέ δεν ρωτάτε «Τραβάει το μηχανάκι;». Η εξαίρεση του κανόνα ισχύει όταν έχετε και ‘σείς μοτοσυκλετα του ίδιου κυβισμού και δυνατοτήτων. Όχι όμως και αν δεν είναι και οι δύο ευρωπαϊκές ή γιαπωνέζικες. (σ.σ. παλαιότερα υπήρχε μια φοβερή διαμάχη ανάμεσα σε Γιαπωνεζόφιλους και Ιταλόφιλους ―ως επί το πλείστον― μοτοσυκλετιστές, όπου ο καθένας υπσοτήριζε με τα δικά του επιχειρήματα ποια είναι καλύτερη μοτοσυκλέτα). Σε περίπτωση που οι δύο μοτοσυκλέτες είναι κατασκευασμένες σε διαφορετικές ηπείρους, η επικοινωνία πρέπει να αποφεύγεται. Ο κανόνας δεν ισχύει για μοτοσυκλέτες που κατασκευάστηκαν μετά το ‘70, στην Αφρική ή στην Ωκεανία (σ.σ. από το ‘70 και μετά είναι ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες που κατασκευάστηκαν εκεί, οπότε είναι απίθανο να συναντήσετε μιά τέτοια).
Tώρα ορισμένοι κανόνες σε περίπτωση ανταγωνιστικής σχέσης στο φανάρι.
Αν δεν θέλετε κόντρα δεν ρίχνετε μικρές γκαζιές. Του κανόνα εξαιρούνται δίχρονα, κατασκευασμένα πριν το ‘82 που έχουν πρόβλημα στο ρελαντί. Ετσι συμπεραίνουμε ότι αν έχετε VFR και σταματήσει δίπλα σας Sachs (σ.σ. το πρώτο είναι μοντέλο της Honda, εξελιγμένο και το δεύτερο είναι ένα φτηνό και μικρό μηχανάκι 20 τουλάχιστον χρόνων) τριτάχυτο, με κουλουρά, που ρίχνει μικρές γκαζιές, δεν σημαίνει ότι αυτό αποτελεί πρόκληση για κόντρα. Ο άνθρωπος κοιτάζει να μην του σβήσει το μοτέρ και σε περίπτωση που το παρεξηγήσετε και τον «ξεσκίσετε», σκεφτείτε πώς θα διηγείστε το βράδυ την ιστορία: «Στεκόμουν στο φανάρι και δίπλα μου σταματάει ένας κουλουράς, με καπελάκι με αυτιά και ένα κακό Sachs. Ξεκινάμε και …». Δεν συμφωνείτε ότι κάπου χαλάει το ηρωικό της ιστορίας;
Ο τρόπος που αναγνωρίζεται ο επίδοξος αντίπαλος είναι ο ρυθμός στις γκαζιές. Το κάλεσμα για κόντρα είναι τρεις μικρές γκαζιές στην αρχή και ανέβασμα των στροφών όταν ανάψει το κόκκινο των πεζών. Στα παπιά είναι μικρά τινάγματα του μπροστινού τροχού (σαν πρόωρη εκσπερμάτιση). Ολα τα ανωτέρω δεν ισχύουν για ευρωπαϊκές μοτοσυκλέτες. Απλά ο άνθρωπος προσπαθεί να μην του σβήσει το μοτέρ. Τα ανωτέρω όμως δεν ισχύουν όταν το φανάρι βρίσκεται πριν από στροφή, γιατί όπως ξέρουμε τα ευρωπαϊκά πάνε καλά στις στροφές. (σ.σ. μέχρι πριν από λίγα χρόνια, οι ευρωπαϊκές μοτοσυκλέτες είχαν σημαντικά προβλήματα καλής λειτουργίας, αλλά ταυτόχρονα είχαν αναπτύξει πολύ καλή τεχνολογία που τούς έδινε φοβερή ικανότητα να μπαίνουν στις στροφές πολύ γρήγορα. Αντίθετα τα γιαπωνέζικα είχαν φοβερή δύναμη και ικανότητα να επιταχύνουν τρομακτικά. Οι διαφορές αυτές έχουν εξαφανιστεί και τα δύο στρατόπεδα έχουν κοπάσει εδώ και αρκετά χρόνια.)
Συνεχίζουμε με την συμπεριφορά του μοτοσυκλετιστή απέναντι στους αυτοκινητιστές. Τούς αγνοείτε. Ποιος άλλωστε μοτοσυκλετιστής θα ήθελε να μιλήσει σε έναν γιωταχή;
Οι συνηθισμένες ερωτήσεις των αυτοκινητιστών είναι: «Πόσο κάνει;» και «Πόσα πιάνει;» Οι σωστές απαντήσεις είναι: «Όσα δεν θα βγάλεις ποτέ στην ζωή σου» και «Τριακόσια» ―αν είναι παπί― ή «Είκοσι» ―αν είναι GSXR―, αντίστοιχα (σ.σ. όπως είναι ευκολονόητο, το GSXR είναι μια γρήγορη μοτοσυκλέτα).
Διανθείστε την απάντηση με χαριτωμένα τρικ και καλόγουστες πινελιές. Στραβώστε το στόμα όταν μιλάτε και τινάζετε το κεφάλι κατά πίσω. Ετσι βοηθάτε τον αυτοκινητιστή να πει το βράδυ μια ωραία ιστορία: «Γυναίκα, είδα έναν στην Σόλωνος με μοτοσυκλέτα. Το στόμα του ήταν στραβωμένο και τρέχανε σάλια…». Ταυτόχρονα προπονείστε για μελλοντική συμφόρηση.
Αν σας πουν «Κάνε μας μια σούζα.”, μπορείτε να απαντήσετε «Κάνε μας μια πίπα.». Ο καθένας πρέπει να κάνει ό,τι μπορεί.
Ο σωστός μοτοσυκλετιστής στήνεται μπροστά από τα BMW. Κοντράρει τα GTI. Γκαζώνει όταν δει Mercedes. Αν όμως βρίσκεται δίπλα σε Ferrari, Porche, Lamborghini κ.λ.π., και έχει μοτοσυκλέτα κάτω των 100 ίππων, κάνει την πάπια. Αν έχει συνεπιβάτη, δείχνει στο άλλο πεζοδρόμιο και λέει: «Κοίτα εκεί, ένα κανελί σκυλάκι που τρέχει!”. Αν οδηγεί μόνος, ξεκαβαλάει και κοιτάει σκυθρωπά την αλυσίδα. Οι αυτοκινητιστές δεν ξέρουν από αλυσίδες. Σε αυτήν την περίπτωση περιμένει το άλλο φανάρι για να ρίξει σε κάποιον βολικότερο.
Συνεχίζουμε με τους ταξιτζήδες. Ο ταξιτζής είναι σχεδόν άτρωτος. Στο φανάρι ο ταξιτζής είναι ακίνδυνος. Ο ταξιτζής είναι αδηφάγο ον και μπορεί να χτυπηθεί ΜΟΝΟ στο στομάχι: κλείστε του την οπτική γωνία προς την στάση των λεωφορείων, ώστε να μην ξέρει αν υπάρχει πελάτης που του κάνει σήμα για κούρσα. Ο ταξιτζής δεν χτυπιέται αλλιώς. Δεν τον ενδιαφέρουν οι κόντρες. Δεν νιώθει την ανάγκη να είναι φιλικός. Δεν τον απασχολεί τίποτα. Μόνο οι κούρσες. Πολλές κούρσες. Στερώντας του τις κούρσες, τον καταδικάζετε σε αργό και βασανιστικό θάνατο.
Εδώ θα ήθελα να αναφερθώ σε νοσταλγικές αναμνήσεις από μια όχι και τόσο μακρινή εποχή. Πριν λίγα μόλις χρόνια, έφτανες στο κάθε φανάρι και είχες ξυρίσει 6-8 καθρέφτες. Σήμερα τα περισσότερα αυτοκίνητα δεν εχουν καθρέφτες ή έχουν από αυτούς με ελατήρια ή με το που βλέπουν μοτοσυκλετιστή επιβάτης και συνεπιβάτης τούς διπλώνουν. Ο σημερινός μοτοσυκλετιστής είναι ζήτημα αν χτυπάει έναν καθρέφτη τον μήνα.
Συμπερασματικά, η καλή συμπεριφορά του μοτοσυκλετιστή στα φανάρια είναι δύσκολη υπόθεση. Γι αυτό καλύτερα να περνάμε με κόκκινο.
Μέρος πρώτο: στο φανάρι
Η συζήτηση στο φανάρι, όχι μόνο επιτρέπεται, αλλά και επιβάλλεται. Εαν η μοτοσυκλέτα του άλλου είναι καινούργια, μια ανώδυνη, ευγενική ερώτηση είναι: «Από την αντιπροσωπεία την πήρες ή από εισαγωγέα;». Αντίστροφα, μιά αγενής ερώτηση είναι: «Είναι από τα γερμανικά με τα κλειστά μοτέρ;» (σ.σ. στη Γερμανία λόγω νομοθεσίας απαγορεύεται η εισαγωγή μοτοσυκλετών πάνω από 100 ίππους, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ίδια μοντέλα στην υπόλοιπη Ευρώπη με πάνω από 140 άλογα).
Η συζήτηση στο φανάρι γίνεται πάντα στον ενικό. Ο πληθυντικός χρησιμοποιείται (αν χρησιμοποιηθεί) από τον μεγαλύτερης ηλικίας μοτοσυκλετιστή προς τον νεαρότερο. Ο λόγος είναι απλός: ο ‘μεγάλος’ μπορεί να νομίζει ότι τον προκαλείς, θεωρώντας τον «μπάρμπα» και, για να σώσει την μοτοσυκλετιστική του τιμή, θα φύγει σφεντόνα απο το φανάρι, θα γίνει ανάμνηση και θα το έχετε κρίμα στο λαιμό σας. Οταν δύο μοτοσυκλετιστές συνομιλούν στον πληθυντικό στο φανάρι, είναι πάντα γιατροί με BMW και θα πρέπει να προσέξετε να μην χτυπήσετε στις βαλίτσες όταν τους προσπερνάτε με το παπί σας.
Η ιδανική όμως ερώτηση που πιθανόν να αποτελέσει την απαρχή αιώνιας φιλίας, είναι «Ευχαριστημένος;». Ετσι δίνετε την δυνατότητα στον κάτοχο της μοτοσυκλέτας να αποδείξει την καλή του κρίση απαντώντας «Πολύ ευχαριστημένος!» ή την ικανοποίηση να θάψει αντιπρόσωπο, μοντέλο, τον Yoshihiro Honda και όλο του το σόι. Οχι και μικρή χαρά όταν δουλεύεις κλητήρας σε τράπεζα με 650 καθαρά.
Σημαντικό! ΠΟΤΕ μα ΠΟΤΕ δεν κλείνουμε την λωρίδα ανάμεσα στα αυτοκίνητα. Ο ευγενικός μοτοσυκλετιστής σταματά στην διάβαση. Αν αναρωτηθείτε πόσο, ο κανόνας είναι «τόσο ώστε να χωράει να ελιχθεί μια Harley Davidson Electra Glide (το touring μοντέλο)». Αν πάτε ακόμη πιο μπροστά, πάει να πει ότι περάσατε με κόκκινο οποτε πάμε σε άλλο κεφάλαιο του οδηγού. Αν πάτε πιο πίσω, ελάτε στην θέση του Electra Glide! Σε περίπτωση όμως που κλείνετε την λωρίδα, οι παραδεδεγμένες αντιδράσεις του συνάδελφου μοτοσυκλετιστή είναι οι εξής: α) να σας αγνοήσει, β) να δώσει τρεις μικρές γκαζιές που σημαίνουν «λίγο πιο μπροστά», γ) να σας πει με μέση φωνή «λίγο πιο μπροστά», δ) να ελιχθεί ανάμεσα στα αυτοκίνητα και να στηθεί μπροστά σας, εκδηλώνοντας εμπράκτως την δυσαρέσκειά του για την αγένειά σας, ε) να σπρώξει με την μπροστινή ρόδα του την πίσω ρόδα σας (αυτό προϋποθέτει πολυετή φιλία και πρέπει να γίνεται με μοτοσυκλέτες με διαφορά βάρους κάτω των 30 κιλών).
Όταν αναφέρεστε στην μοτοσυκλέτα του άλλου, δεν την αποκαλείτε «μηχανάκι». Αν τον ρωτήσετε «Πώς πάει;», ο άλλος έχει δικαίωμα να πει «καλό μηχανάκι» έστω και αν είναι FZR 1000, αλλά ποτέ δεν ρωτάτε «Τραβάει το μηχανάκι;». Η εξαίρεση του κανόνα ισχύει όταν έχετε και ‘σείς μοτοσυκλετα του ίδιου κυβισμού και δυνατοτήτων. Όχι όμως και αν δεν είναι και οι δύο ευρωπαϊκές ή γιαπωνέζικες. (σ.σ. παλαιότερα υπήρχε μια φοβερή διαμάχη ανάμεσα σε Γιαπωνεζόφιλους και Ιταλόφιλους ―ως επί το πλείστον― μοτοσυκλετιστές, όπου ο καθένας υπσοτήριζε με τα δικά του επιχειρήματα ποια είναι καλύτερη μοτοσυκλέτα). Σε περίπτωση που οι δύο μοτοσυκλέτες είναι κατασκευασμένες σε διαφορετικές ηπείρους, η επικοινωνία πρέπει να αποφεύγεται. Ο κανόνας δεν ισχύει για μοτοσυκλέτες που κατασκευάστηκαν μετά το ‘70, στην Αφρική ή στην Ωκεανία (σ.σ. από το ‘70 και μετά είναι ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες που κατασκευάστηκαν εκεί, οπότε είναι απίθανο να συναντήσετε μιά τέτοια).
Tώρα ορισμένοι κανόνες σε περίπτωση ανταγωνιστικής σχέσης στο φανάρι.
Αν δεν θέλετε κόντρα δεν ρίχνετε μικρές γκαζιές. Του κανόνα εξαιρούνται δίχρονα, κατασκευασμένα πριν το ‘82 που έχουν πρόβλημα στο ρελαντί. Ετσι συμπεραίνουμε ότι αν έχετε VFR και σταματήσει δίπλα σας Sachs (σ.σ. το πρώτο είναι μοντέλο της Honda, εξελιγμένο και το δεύτερο είναι ένα φτηνό και μικρό μηχανάκι 20 τουλάχιστον χρόνων) τριτάχυτο, με κουλουρά, που ρίχνει μικρές γκαζιές, δεν σημαίνει ότι αυτό αποτελεί πρόκληση για κόντρα. Ο άνθρωπος κοιτάζει να μην του σβήσει το μοτέρ και σε περίπτωση που το παρεξηγήσετε και τον «ξεσκίσετε», σκεφτείτε πώς θα διηγείστε το βράδυ την ιστορία: «Στεκόμουν στο φανάρι και δίπλα μου σταματάει ένας κουλουράς, με καπελάκι με αυτιά και ένα κακό Sachs. Ξεκινάμε και …». Δεν συμφωνείτε ότι κάπου χαλάει το ηρωικό της ιστορίας;
Ο τρόπος που αναγνωρίζεται ο επίδοξος αντίπαλος είναι ο ρυθμός στις γκαζιές. Το κάλεσμα για κόντρα είναι τρεις μικρές γκαζιές στην αρχή και ανέβασμα των στροφών όταν ανάψει το κόκκινο των πεζών. Στα παπιά είναι μικρά τινάγματα του μπροστινού τροχού (σαν πρόωρη εκσπερμάτιση). Ολα τα ανωτέρω δεν ισχύουν για ευρωπαϊκές μοτοσυκλέτες. Απλά ο άνθρωπος προσπαθεί να μην του σβήσει το μοτέρ. Τα ανωτέρω όμως δεν ισχύουν όταν το φανάρι βρίσκεται πριν από στροφή, γιατί όπως ξέρουμε τα ευρωπαϊκά πάνε καλά στις στροφές. (σ.σ. μέχρι πριν από λίγα χρόνια, οι ευρωπαϊκές μοτοσυκλέτες είχαν σημαντικά προβλήματα καλής λειτουργίας, αλλά ταυτόχρονα είχαν αναπτύξει πολύ καλή τεχνολογία που τούς έδινε φοβερή ικανότητα να μπαίνουν στις στροφές πολύ γρήγορα. Αντίθετα τα γιαπωνέζικα είχαν φοβερή δύναμη και ικανότητα να επιταχύνουν τρομακτικά. Οι διαφορές αυτές έχουν εξαφανιστεί και τα δύο στρατόπεδα έχουν κοπάσει εδώ και αρκετά χρόνια.)
Συνεχίζουμε με την συμπεριφορά του μοτοσυκλετιστή απέναντι στους αυτοκινητιστές. Τούς αγνοείτε. Ποιος άλλωστε μοτοσυκλετιστής θα ήθελε να μιλήσει σε έναν γιωταχή;
Οι συνηθισμένες ερωτήσεις των αυτοκινητιστών είναι: «Πόσο κάνει;» και «Πόσα πιάνει;» Οι σωστές απαντήσεις είναι: «Όσα δεν θα βγάλεις ποτέ στην ζωή σου» και «Τριακόσια» ―αν είναι παπί― ή «Είκοσι» ―αν είναι GSXR―, αντίστοιχα (σ.σ. όπως είναι ευκολονόητο, το GSXR είναι μια γρήγορη μοτοσυκλέτα).
Διανθείστε την απάντηση με χαριτωμένα τρικ και καλόγουστες πινελιές. Στραβώστε το στόμα όταν μιλάτε και τινάζετε το κεφάλι κατά πίσω. Ετσι βοηθάτε τον αυτοκινητιστή να πει το βράδυ μια ωραία ιστορία: «Γυναίκα, είδα έναν στην Σόλωνος με μοτοσυκλέτα. Το στόμα του ήταν στραβωμένο και τρέχανε σάλια…». Ταυτόχρονα προπονείστε για μελλοντική συμφόρηση.
Αν σας πουν «Κάνε μας μια σούζα.”, μπορείτε να απαντήσετε «Κάνε μας μια πίπα.». Ο καθένας πρέπει να κάνει ό,τι μπορεί.
Ο σωστός μοτοσυκλετιστής στήνεται μπροστά από τα BMW. Κοντράρει τα GTI. Γκαζώνει όταν δει Mercedes. Αν όμως βρίσκεται δίπλα σε Ferrari, Porche, Lamborghini κ.λ.π., και έχει μοτοσυκλέτα κάτω των 100 ίππων, κάνει την πάπια. Αν έχει συνεπιβάτη, δείχνει στο άλλο πεζοδρόμιο και λέει: «Κοίτα εκεί, ένα κανελί σκυλάκι που τρέχει!”. Αν οδηγεί μόνος, ξεκαβαλάει και κοιτάει σκυθρωπά την αλυσίδα. Οι αυτοκινητιστές δεν ξέρουν από αλυσίδες. Σε αυτήν την περίπτωση περιμένει το άλλο φανάρι για να ρίξει σε κάποιον βολικότερο.
Συνεχίζουμε με τους ταξιτζήδες. Ο ταξιτζής είναι σχεδόν άτρωτος. Στο φανάρι ο ταξιτζής είναι ακίνδυνος. Ο ταξιτζής είναι αδηφάγο ον και μπορεί να χτυπηθεί ΜΟΝΟ στο στομάχι: κλείστε του την οπτική γωνία προς την στάση των λεωφορείων, ώστε να μην ξέρει αν υπάρχει πελάτης που του κάνει σήμα για κούρσα. Ο ταξιτζής δεν χτυπιέται αλλιώς. Δεν τον ενδιαφέρουν οι κόντρες. Δεν νιώθει την ανάγκη να είναι φιλικός. Δεν τον απασχολεί τίποτα. Μόνο οι κούρσες. Πολλές κούρσες. Στερώντας του τις κούρσες, τον καταδικάζετε σε αργό και βασανιστικό θάνατο.
Εδώ θα ήθελα να αναφερθώ σε νοσταλγικές αναμνήσεις από μια όχι και τόσο μακρινή εποχή. Πριν λίγα μόλις χρόνια, έφτανες στο κάθε φανάρι και είχες ξυρίσει 6-8 καθρέφτες. Σήμερα τα περισσότερα αυτοκίνητα δεν εχουν καθρέφτες ή έχουν από αυτούς με ελατήρια ή με το που βλέπουν μοτοσυκλετιστή επιβάτης και συνεπιβάτης τούς διπλώνουν. Ο σημερινός μοτοσυκλετιστής είναι ζήτημα αν χτυπάει έναν καθρέφτη τον μήνα.
Συμπερασματικά, η καλή συμπεριφορά του μοτοσυκλετιστή στα φανάρια είναι δύσκολη υπόθεση. Γι αυτό καλύτερα να περνάμε με κόκκινο.